ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ - ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ - 1904


Στίς 13 Ὀκτωβρίου 1904, θυσιάστηκε γιά τήν πελευθέρωση τῆς Μακεδονίας στή Στάτιστα τῆς Καστοριᾶς,   μεγάλος Μακεδονομάχος ἥρωας Παῦλος Μελᾶς. θάνατός του συγκίνησε καί συγκλόνισε ὅλους τούς Ἕλληνες. Ξύπνησαν καί ἀφυπνίσθηκαν οἱ συνειδήσεις καί προέκυψε μέγα καλό. Ἔφυγε νωρίς Παῦλος Μελᾶς μόλις 34 ἐτῶν, ἀλλά ἔκανε σέ λίγα χρόνια τόσα πολλά!
Ἀλλά, ἄς δοῦμε ποιός ἦταν Παῦλος Μελᾶς κι πό ποῦ καταγόταν. π’ τίς καλύτερες οἰκογένειες τῆς ἡρωϊκῆς πείρου. προπάππος του Παῦλος, σκοτώθηκε κατά τήν Ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου σέ ἡλικία 36 ἐτῶν! παππούς του Γεώργιος Μελᾶς ἦταν στή Φιλική Ἑταιρία. σπουδαῖος πατέρας του λεγόταν Μιχαήλ Μελᾶς καί στά 1890 ἐξελέγη βουλευτής Ἀττικῆς καί πειτα δήμαρχος Ἀθηναίων. Παῦλος Μελᾶς γεννήθηκε πό τόν Μιχαήλ καί τήν Ἑλένη στα 1870 στή Μασσαλία καί σέ 4 χρόνια ἦρθε οἰκογένεια στήν Ἀθήνα. Ἦταν θαυμασία ψυχή κι πό μικρός ἔδειχνε τί θά γίνει σαν μεγάλωνε.
Στά 16 του χρόνια πῆγε στή Σχολή Εὐελπίδων, γιατί πίστευε ὅτι πό κεῖ θά μποροῦσε νά προσφέρει περισσότερα στήν πατρίδα.  ποφοίτησε ὡς ἀξιωματικός τοῦ πυροβολικοῦ καί παντρεύτηκε τήν Ναταλία τό γένος Δραγούμη καί πέκτησαν δύο παιδιά, τόν Μιχαήλ πού τόν φώναζαν Μίκη καί την Ζωή. Καί οἰκογένεια τῆς γυναίκας του, οἱ Δραγούμηδες, ἦταν σπουδαῖοι. Κατάγονταν άπό τά Γιάννενα. Πῆγαν μετά στό Βογατσικό  τῆς Καστοριᾶς. Εἶχαν μπεῖ κι αὐτοί στην Φιλική Ἑταιρία καί ἀγωνίζονταν γιά τήν σκλαβωμένη πατρίδα. Στέφανος Δραγούμης, πατέρας τῆς γυναίκας του, ἦταν δικηγόρος καί σπουδαῖος πολιτικός ἄνδρας. Διετέλεσε πουργός Ἐξωτερικῶν και Πρωθυπουργός.                                                     
γιός του Ἴων Δραγούμης, βοήθησε στόν Μακεδονικό Ἀγώνα ὅσο λίγοι. Ὅταν πῆγε ὥς πάλληλος στό Προξενεῖο μας στό Μοναστήρι στά Βιτόλια, ὀργάνωσε ἄριστα τήν ἄμυνα στήν Δυτική Μακεδονία.
Θά μπορούσαμε λοιπόν νά ποῦμε ὅτι, πορεία τῶν δύο οἰκογενειῶν ἦταν παράλληλη. Σπουδαῖες οἰκογένειες. Ἐνῶ ἦταν πλούσιοι, εὐγενεῖς καί θά μποροῦσαν, ἄν ἤθελαν, νά πιδοθοῦν στήν καταδαπάνηση τοῦ πλούτου τους, ἔζησαν μέ ὅραμα  τήν ἐλευθερία τοῦ δούλου γένους. Καί τά ἔδωσαν ὅλα. Και Παῦλος Μελᾶς νέος, ὡραῖος,  ἄφησε τήν οἰκογένειά του, τά πλούτη και τήν καριέρα του, γιά νἀγωνιστεῖ γιά τήν πελευθέρωση τῆς Μακεδονίας π’ την διπλή σκλαβιά: τῶν Τούρκων καί τῶν Βουλγάρων.
Μετά τήν μεγάλη θλίψη τῆς ἥττας πό τόν Ἑλληνοτουρκικό πόλεμο τοῦ 1897 καί τούς ταπεινωτικούς  ὅρους πού πιβλήθηκαν στήν  Ἑλλάδα, γράφει στήν γυναίκα του Ναταλία, ποία τοῦ συμπαραστεκόταν καί τόν στήριζε πολύ: « θλίψις καί πόνος πού δοκιμάζω, ἐνισχύουν τήν λατρεία μου πρός τήν πατρίδαΝαί, πρέπει, ὅσοι ἀγαποῦν άκόμα τόν δυστυχῆ τοῦτον τόπον, νά ἐργαστοῦν πάσῃ δυνάμῃ διά νά σώσουν τό μέλλον του». Καί Ἴων Δραγούμης πό τό Μοναστήρι τονίζει στόν Παῦλο Μελᾶ: «πό κανένα κράτος τῆς Εὐρώπης, δέν ἔχομε νά περιμένουμε οὔτε βοήθεια, οὔτε τίποτε. Νά ξέρεις πώς εἴμαστε ἐντελῶς μόνοι μας. Κανείς δέν μᾶς βοηθεῖ καί ὅλοι μᾶς κτυποῦν. Γιατί λοιπόν νά μήν κάνουμε μόνοι μας ,τι πρέπει;».
Παῦλος Μελᾶς μαζί μέ τρεῖς ἀξιωματικούς πεσταλμένους τῆς Ἑλληνικῆς Κυβέρνησης, ἔκανε ἀναγνωριστικό ταξίδι τόν Φεβρουάριο τοῦ 1904, μέ μεγάλη μυστικότητα, γιατί δέν πρεπε νά τούς ἀντιληφθοῦν οὔτε οἱ Τοῦρκοι κατακτητές οὔτε οἱ Βούλγαροι κομιτατζῆδες. Πέρασαν μεγάλους κινδύνους καί πειρες δυσκολίες. Κρύβονταν τήν ἡμέρα σέ σπηλιές, σέ φαράγγια, σέ σπίτια γνωστά  καί ὁδοιποροῦσαν τήν νύχτα.
Καί Παῦλος Μελᾶς δέν ἦταν κανένας γυμνασμένος πολύ, κανένας πού νάχει μάθει στην κακοπάθεια καί στήν σκληραγωγία. Ὄχι! Ἦταν ἄνθρωπος καλομαθημένος,  ἀλλά εἶχε μεγάλη ψυχή καί πολλή ἀγάπη γιαὐτό πού πήγαινε να κάνει. Ἦταν τό ὅραμά του, στόχος του. Καί γράφει: «Καθώς πηγαίναμε στά βουνά καί στά λαγκάδια, πέφταμε πό βράχια κάτω, πέφταμε σέ λακκοῦβες μεγάλες, γεμίζαμε νερά, βρεχόμαστε ὁλόκληροι. Κι ὅταν βγαίναμε στήν ἄκρη, δέν εἴχαμε τίποτα πού νά μήν εἶναι βρεγμένο, νά σκουπίσουμε τουλάχιστον το πρόσωπό μας». Νηστικοί, διψασμένοι κατά  τρόπο φοβερό, γδαρμένοι, πονεμένοι, φοβισμένοι. «Κι ἦσαν στιγμές κατά τίς ποῖες, μοῦρχόταν νά γυρίσω πίσω», ἐξομολογεῖται στή  γυναίκα του στίς ὡραῖες πιστολές πού τῆς στέλνει, «νά τἀφήσω ὅλα. Μπαίναμε πολλές φορές σἐκκλησιές καί καθόμουν ἐκεῖ, οἱ ἄλλοι κοιμόντουσαν, μόνος μου καί προσευχόμουν καί παρακαλοῦσα καί αἰσθανόμουν δύσκολα καί δέν ἤξερα τί νά κάνω. Ἀλλά τήν ἄλλη στιγμή, ἐρχόταν μιά δύναμις Θεία, μιά δύναμις Οὐράνια, μέ συνέπαιρνε μοῦδινε φτερά, μἔκανε ἥρωα, μέ γέμιζε αὐτοπεποίθηση, θάρρος καί ἡρωϊσμό, λές καί τό χέρι τοῦ Θεοῦ με ὁδηγοῦσε καί μέ κατηύθυνε πρός ἐκεῖνο τό μέρος, τό σκλαβωμένο μέρος τῆς Μακεδονίας μας. Ἔφτασαν στο Βογατικό Καστοριάς. Βρῆκαν τον Μητροπολίτη Γερμανό Καραβαγγέλη ποῖος ἦταν ψυχή τῆς Καστοριᾶς.
Ὀργάνωσε τόν ἀγώνα, τά σχολεῖα, τά πάντα. Κι ἦταν μόνο 36 ἐτῶν. Γυρνοῦσε πάνω στἄλογο  σὅλα τά χωριά τῆς περιοχῆς του, κρατοῦσε τπλο του καί ἐμψύχωνε  τούς φοβισμένους Ἕλληνες. που πήγαινε Παῦλος Μελᾶς μαὐτούς πού τόν συνόδευαν, τούς ποδεχόντουσαν μέ κλάμματα, μέ συγκίνηση, μέ τρόπο περίγραπτο. Καθώς λοιπόν εἶχαν καταστρώσει τό σχέδιο τοῦ ἀγώνα καί ἦσαν ἕτοιμοι, ἔρχεται ἕνα ἔγγραφο πό τό Προξενεῖο τοῦ Μοναστηρίου π’ τόν Ἴωνα Δραγούμη, πού ἔλεγε  στόν Παῦλο Μελᾶ, νά γυρίσει ξανά στήν Ἀθήνα. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν ποπτευθεῖ τόν ἐρχομό τοῦ Παύλου Μελᾶ  στήν Μακεδονία καί τῶν ἄλλων ἀξιωματικῶν καί παίτησαν πό τήν Ἑλληνική Κυβέρνηση νά τούς ἀνακαλέσουν.
Τί νά κάνει τώρα Παῦλος Μελᾶς; Πόνεσε, στενοχωρήθηκε, Προσπάθησε νἀνακληθεῖ αὐτή ἐντολή, μά στάθηκε ἀδύνατο. Καί  σάν ἀξιωματικός ὄφειλε νά πακούσει. Ἦταν 29 Μαρτίου 1904. Ἦρθε ἐδῶ μέ πολλή στενοχώρια καί τούς μάλωσε. μόνη του χαρά ἦταν πού θάβλεπε τήν γυναίκα του καί τά παιδιά του. Ἔγινε καί Ἐθνική Ἑταιρία. Μάζευαν πλα, στρατολογοῦσαν ἐθελοντές, ἑτοίμαζαν κάθε χρειαζούμενο γιά τήν μεγάλη τήν ὥρα. Καί οἱ κυβερνῶντες οἱ περισσότεροι ἦταν δυσκολεμένοι. Δέν εἶχαν αἷμα καί ζωή πάνω τους, οὔτε ψυχή. Ἐκεῖνος ὅμως καί ἄλλοι ἀρκετοί εἶχαν κι αὐτό ἔφτανε. Ἑτοιμάστηκε λοιπόν και μετά  πό λίγο, ξαναέφυγε για την Μακεδονία. Πῆρε κάμποσες μέρες ἄδεια ὅτι τάχα θα πήγαινε ἀλλοῦ καί τόν Ἰούλιο τοῦ 1904 ἦλθε γιά 2η  φορά στή Μακεδονία  Παῦλος Μελᾶς μέ τό ψευδώνυμο Παῦλος Δέδες. Ἔφτασε ὡς τήν Κοζάνη, εἶχε διάφορες παφές καί ὀργάνωσε ἐράνους γιά νά συγκεντρωθοῦν χρήματα γιά νά ντυθοῦν οἱ πολεμιστές καί νἀγοράσουν πλα. Νά προσφέρουν πίσης σέ κάθε οἰκογένεια, πού προστάτης της θά ἔλειπε στό πέρτατο αὐτό καθῆκον, μιάμισυ λίρα τό μήνα, γιά νἀντιμετωπίζουν τά ἔξοδά τους. Ἦταν καί πρακτικός Παῦλος Μελᾶς. Φερόταν στούς σκλαβωμένους Ἕλληνες δημοκρατικά, μέ ἀγάπη, μέ ἀρχοντιά, μέ δικαιοσύνη. Καί πρόσφερε στίς χῆρες καί στά ὀρφανά, ,τι εἶχε. Τἄδινε ὅλα· ἔμενε ἄφραγκος. Ὀργάνωσε καλά τήν ἀντίσταση, ἔδωσε ὁδηγίες, ἔβαλε ἀρχηγούς. Καί ὕστερα; Τέλειωσε ἄδεια καί τόν ξανακάλεσαν.
πιστρέφοντας στήν Ἀθήνα τόν Ἰούλιο τοῦ 1904, βρῆκε τά πράγματα εὐνοϊκά, χωρίς νά τό περιμένει. Γιατί Ἑλληνική Κυβέρνηση, ποφάσισε νά λάβει ἐνεργό μέρος στόν Μακεδονικό Ἀγώνα. Στέλνει στή Θεσσαλονίκη τόν σπουδαῖο διπλωμάτη Λᾶμπρο Κορομηλᾶ μέ ἐξαίρετους συνεργάτες. Ἱδρύει στήν Ἀθήνα τό Μακεδονικό Κομιτᾶτο μέ πρόεδρο τό δημοσιογράφο Δημήτριο Καλαποθάκη καί ἀναθέτει τήν γενικήν ἀρχηγία τῶν σωμάτων σέ ποιόν ἄλλονΣτόν Παῦλο Μελᾶ.
Γίνεται πισήμως πλέον ἀρχηγός τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος. Ξεκινάει λοιπόν στίς 17 Αὐγούστου τοῦ 1904 καί σέ λίγες μέρες ἔφτασε στή Λάρισα. Ἐκεῖ ἑνώθηκε μέ ἄλλους πολεμιστές π’ τήν Κοζάνη καί τή Σιάτιστα· ἐκείνους πού εἶχε ὀργανώσει καί ἦρθαν εἰδοποιημένοι νά τόν συναντήσουν. Ἦταν ἕνα σῶμα πό 35 ποφασισμένους ἄνδρες. Λίγοι, ἀλλά μέ ψυχή καί μέ γενναιότητα. Χρησιμοποιεῖ  τό πολεμικό  ψευδώνυμο «καπετάν Μίκης Ζέζας» σύνθεση τῶν χαϊδευτικῶν ὀνομάτων τῶν ἀγαπημένων παιδιῶν του, Μιχαήλ καί Ζωῆς.
που διάβαινε, οἱ Μακεδόνες τόν δέχονταν ὥς ἄγγελο ἐλευθερωτή. πό ἀνώνυμο βιογράφο του διαβάζουμε: « φήμη του εἶχε ἐξαπλωθεῖ σὅλη τήν περιφέρεια. που ἤξεραν πώς θά τόν ἔβρισκαν, ἔρχονταν ἄνθρωποι νά τόν δοῦν καί τοῦ ἔφερναν τά παιδιά τους, νά τοῦ φιλήσουν τό χέρι. Καί τοῦ ἔγραφαν  τέτοια  λόγια: «Καταλάβαμε τήν καλωσύνη σου καί εἴδαμε  τό φῶς τό ἀληθινό. Καί ἐγώ  εἶμαι μέ τἐσένα», τοῦ γράφει  κάποιος Μακεδών, « δοῦλος σου εἶμαι ».
Πῆγαν  σἕνα  χωριό στό Νερέτι. Κι ἦσαν μέσα οἱ κομιτατζῆδες σἕνα σπίτι. Τούς πολιόρκησαν ἀλλά δέν γινόταν τίποτα· ἦταν ταμπουρωμένοι γιά καλά. Μερικοί πό τούς συναγωνιστές τοῦ Παύλου, εἶπαν νά βάλουν φωτιά. Δέν  ἄφησε  Παῦλος γιατί  ἄκουσε  πώς ἦσαν μέσα γυναῖκες καί παιδιά· ἔστω καί τῶν ἐχθρῶν. Βλέποντας  πώς  δέν  κάνουν  τίποτα, ὕστερα πό 2 ὧρες, διέταξε νά σηκώσουν τήν πολιορκία γιά νά μήν ξημερώσει καί τούς προφτάσει στρατός ( τούρκικος: εἶχαν δυό μέτωπα).
Καί προχώρησαν. Ἔφτασαν στά Στρέμπαινα (στήν Ἀσπρόγεια) στήν πατρίδα τοῦ καπετάν Βαγγέλη τοῦ Στρεμπενιώτη, τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἀρχηγοῦ τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα πρίν πάει Παῦλος Μελᾶς. Τοῦ παρουσίασαν τούς δολοφόνους τοῦ ἥρωα καπετάν Βαγγέλη. Ἔτρεμαν μπροστά του ξέροντας  ὅτι τούς περιμένει δίκαιη. Μελᾶς τους μίλησε αὐστηρά καί τέλος τούς εἶπε ὅτι τούς χαρίζει τή ζωή, ἀλλά νά ξέρουν πώς ἄν συνέχιζαν τό παίσιο ἔργο τους, ἔλεος πιά δέν θά πῆρχε. Ἐκεῖνοι κλαίγοντας ἐξέφρασαν τήν εὐγνωμοσύνη τους. ποσχέθηκαν ὅτι στό ἑξῆς δέν θά εἶναι πιά σχισματικοί, ἀλλά θἀνήκουν στο Πατριαρχεῖο  καί  ζήτησαν  συγχώρεση  γιά  τά  κακουργήματά τους. Τήν πομένη ἦρθε νά τόν δεῖ νεαρή χήρα τοῦ Βαγγέλη Στρεμπενιώτη, μέ τό κοριτσάκι της τήν Εἰρήνη στήν ἀγκαλιά μόλις 2 ἐτῶν, κλαίγοντας παρηγόρητα, γιατί πως εἶπε στόν Παῦλο Μελᾶ, τό προηγούμενο βράδυ ἔμαθε ὅτι οἱ κομιτατζῆδες σκότωσαν τόν ἀδελφό της, δάσκαλο στό χωριό Μιλίβιτσα κοντά στό Μοναστήρι. Ἦρθε κι ἀδελφή τοῦ καπετάν Βαγγέλη νά τόν δεῖ. ἡρωϊκή Σοφία, πού τόσες φορές εἶχε βοηθήσει τόν ἀδελφό της στίς μάχες. Σοφία εἶπε στόν ἀρχηγό, τόν Παῦλο Μελᾶ, πώς μετά τήν δολοφονία τοῦ θείου της, τοῦ ἡρωϊκοῦ παπαΔημήτρη, ἀνυπεράσπιστο πιά τό χωριό, πέκυψε στίς πιέσεις τῶν Βουλγάρων καί προσχώρησε στήν Ἐξαρχία, διαφορετικά ζωή ὅλων θά κινδύνευε. Μά τώρα πού ἔβλεπαν τον ἀρχηγό κοντά τους, ὅλοι οἱ χωρικοί ξεθαρρεμένοι, ἔρχονται νά τοῦ δηλώσουν τήν πραγματική τους πίστη. Παῦλος Μελᾶς ἀφοῦ ἄκουσε συγκινημένος, συγκρότησε φρουρά πό 15 γενναῖα παλληκάρια, τά πλισε καί τἄφησε στό χωριό νά τό περασπίζονται. φήμη πώς ἀρχηγός τῶν Ἑλλήνων ἔφτασε πιά στή Μακεδονία, κάνει τούς Βουλγάρους νά φεύγουν πό παντοῦ τρομαγμένοι γιά νά κρυφτοῦν. Ἐνῶ οἱ Ἕλληνες, που περνοῦν, τρέχουν θαρραλέα νά τούς προϋπαντήσουν.            
Ἔφτασαν λοιπόν περνώντας τά χωριά, στή Στάτιστα Καστοριᾶς, πού μετέπειτα ὀνομάστηκε Μελᾶς, κατέλυσαν στό χωριό, κατάκοποι, μουσκεμένοι, σέ χωριστά σπίτια. Τήν πομένη, ἦρθε σπιτονοικοκυρά πού ἔμενε Μελᾶς καί τούς εἶπε ὅτι φάνηκε Τουρκικός στρατός. Τούς εἶχε προδώσει κομιτατζῆς ΜητροΒλάχος κι ἦρθαν νά συγκρουστοῦν μέ τούς Ἕλληνες ἀντάρτες. Δόθηκε σκληρή μάχη. Μελᾶς καθοδηγοῦσε ὅλους. Ἀντιστάθηκαν μέσα π’ τό σπίτι γενναῖα, ὥσπου νύχτωσε. Σάν καταλάγιασε μάχη, σκέφτηκαν νά κάνουν ἔξοδο μή καί βάλουν φωτιά στό σπίτι οἱ Τοῦρκοι καί καοῦν ζωντανοί. Πρῶτος Παῦλος Μελᾶς προχώρησε πρός τήν αὐλή. Τότε ἀκούστηκε ἕνας πυροβολισμός. Στράφηκε πρός τόν Πύρζα, τό πρωτοπαλλήκαρό του καί φώναξε: «Στή μέση μέ πῆρε παιδιά». Σύρθηκε καταματωμένος ὥς τό πόγειο τοῦ σπιτιοῦ, τόν ἅρπαξαν τά παλληκάρια του, τόν ἔφεραν μέσα. Πονοῦσε πολύ. Ἔνοιωθε τό τέλος του. Ἔβγαλε τόν σταυρό του π’ τό λαιμό, τόν ἔβαλε στά χέρια τοῦ πιστοῦ του Πύρζα: «Νά τόν δώσεις στή γυναίκα μουεἶπε. «Τό ντουφέκι μου στό γιό μου. Νά τούς πεῖς ὅτι ἔκανα τό καθῆκον μου». Ἔβγαλε  τίς φωτογραφίες τους καί τίς καταφιλοῦσε. Πονοῦσε, πονοῦσε. «Παιδιά, σκοτῶστε με», παρακαλοῦσε. «Πῶς θά μἀφήσετε στούς Τούρκους». «Δέν θά σἀφήσουμε ἀρχηγέ· κοντά σου εἴμαστε», ἔλεγε με σπαραγμό Πύρζας. Σέ λίγο ξεψύχησε μέσα στά χέρια του.
Ἦταν Τετάρτη 13 Ὀκτωβρίου 1904.

ΠΗΓΗ: ΒΑΣΙΣΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ Π. ΑΝΑΝΙΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ ΓΙΑ ΤΟΝ Π. ΜΕΛΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΖΩΗ ΠΙΤΑ

Εἰς τόν θάνατον τοῦ Παύλου Μελᾶ



Τόν Ζέζα τόν γνωρίσατε, τόν εἴδατε τόν Μίκη,
πού σήμερα λαχτάρησε βουνό κι ἀρματολίκι;
Κοντά σέ κάποιαν ἐκκλησιά, χωριοῦ προσκυνητάρι,
πού παλληκάρια θάψανε πανώριο παλληκάρι,
χλωρή δαφνούλα φύτρωσε νά στεφανώσει τώρα
μιά σκλάβα μαυροφόρα.

Στά ματωμένα σπλάχνα της τήν ὀμορφιά της θάβει,
κι ἀπ’ τήν σβησμένη του ματιά
πῆραν ψυχή, πῆραν φωτιά
ξεψυχισμένοι σκλάβοι.

Τι στρατιώτης ἔπεσε στή γῆ της ζηλευτός!...
Λυπᾶται, μά καί χαίρεται κανείς μέ τόν χαμό του...
Τιμῆς καί δόξης θάνατος ὁ θάνατος αὐτός,
Μπροστά στήν τόση δόξα του ξεχάνεις τόν καημό του.

Κι ἀντήχησαν ἀντίλαλοι: στόν Βούλγαρο πελέκι,
τιμή στοῦ Ζέζα το σπαθί, τοῦ Μίκη τό τουφέκι.
Κι ὁ Λεπενιώτης ἄστραψε κοντά του κι ὁ Βλαχάβας,
κι ἐκλείσανε τά χείλη του μ’ ἕνα φιλί τῆς σκλάβας.

Δάσκαλοι, πού τίς σάρκες των ἐσπάραξαν κοράκοι,
παπάδες ἐθνομάρτυρες πού ψήθηκαν σάν Διάκοι,
χειροπιασμένοι σίμωσαν νά δοῦν τό λείψανό του.

Χρυσή ψυχή, πού πήγαινες τό θάνατο νά λάχεις,
ἀπό μαρτύρων στόματα χίλια συγχώρια νά ’χεις...

                                                                                     Γεώργιος Σουρής

Οι δυσκολίες της ζωής αντιμετωπίζονται συνήθως με τρεις τρόπους...


Τό μεγάλο ταξεῖδι



Κάποτε ἕνας βασιλιᾶς εἶχε ἕνα γελωτοποιό γιά νά τόν διασκεδάζη. Μιά μέρα ὁ γελωποιός ἔκανε τόν βασιλιά νά διασκεδάση τόσο πολύ, πού γιά νά τόν ἀμείψη τοῦ ἔδωσε ἕνα χρυσό ραβδί, λέγοντάς του. Πάρετο αὐτό καί μόνο ἄν βρῆς ποτέ κανένα πιό τρελλό ἀπό σένα δός του το. Πέρασαν ἀπό τότε μερικά χρόνια καί ὁ βασιλιᾶς ἀρρώστησε βαρειά, ἕως θανάτου. Λέγει τότε στόν γελωτοποιό: «ἀγαπητέ μου φεύγω γιά τό μεγάλο ταξεῖδι». Ὁ γελωτοποιός κάνοντας ἴσως πώς δέν κατάλαβε, τόν ρώτησε: «Καί πότε βασιλιά μου θα γυρίσης μέ τό καλό;» Ὁ βασιλιᾶς ἀναστέναξε: «τό ταξεῖδι αὐτό δέν ἔχει γυρισμό». Ὁ γελωτοποιός φανερά ξαφνιασμένος: «Πώ, πώ, πολύ μεγάλο ταξεῖδι! Φαντάζομαι τί ἑτοιμασίες θά ἔχεις κάνει. Ὁ βασιλιᾶς ἀνασταέναξε καί εἶπε: «δυστυχῶς γιά ὅλα τά ἄλλα ἐφρόντισα στήν ζωή μου, ἀλλά γιά τό ταξεῖδι μου αὐτό, δέν ἔκανα καμμιά προετοιμασία». Τότε ὁ γελωτοποιός, δίνοντας πίσω τό χρυσό ραβδί, τοῦ εἶπε: «πάρτο πίσω βασιλιά μου, γιατί δέν βρῆκα μέχρι τώρα πιό τρελλό ἄνθρωπο ἀπό σένα!...».

Το λουλούδι



Ὁ καθένας μας εἶναι ἕνα λουλούδι μέσα στο λιβάδι τῆς ζωῆς. Ὅπως τό λουλούδι, ἔτσι καί ὁ καθένας μας. Ἔχει τή δική του προσωπικότητα, τό δικό του σχῆμα, τό δικό του χρῶμα καί ἄρωμα καί ἰδίως τή δική του θέσι μέσα στή ζωή. Ὅλα αὐτά, τά προσωπικά χαρακτηριστικά πρέπει μ’ εὐγνωμοσύνη νά τά ἀποδεχθῆ ὁ καθένας μας.
Συνήθως ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι εὐχαριστημένος ἀπό τά προσωπικά του χαρακτηριστικά. Θά ἤθελε τόν ἑαυτό του κάπως διαφορετικό. Θά προτιμοῦσε λ.χ. νά εἶναι ἄνδρας καί ὄχι γυναίκα (ἤ τό ἀντίθετο)· θά τοῦ ἄρεσε νά εἶναι ψηλότερος ἤ δυνατώτερος κλπ. θά ἤθελε νά ἔχει περισσότερα χρήματα, ἄλλη κοινωνική θέσι ἤ διαφορετικό ἐπάγγελμα... κ.ο.κ.
Κι’ ὅμως τό πρῶτο μεγάλο μάθημα τῆς ζωῆς πού πρέπει ὁ καθένας μας νά μαθαίνη εἶναι ἡ ἀποδοχή τοῦ ἑαυτοῦ μας. Τά προσωπικά χαρακτηριστικά εἶναι ἡ σφραγίδα τοῦ Θεοῦ στόν καθένα μας. Κανείς δέν μπορεῖ νά κατηγορήσει τό θεῖο Δημιουργό μας, ὅτι στήν προσωπική του περίπτωσι ἔκανε λάθος. «Μενοῦνγε, ὦ ἄνθρωπε, σύ τίς εἶ ὁ ἀνταποκρινόμενος τῷ Θεῷ; μή ἐρεῖ τό πλάσμα τῷ πλάσαντι, τί μέ ἐποίησας οὕτως;» (Ρωμ. θ΄ 20). Ἡ ἀποδοχή τοῦ ἑαυτοῦ μας, τῶν σωματικῶν καί ψυχικῶν ἰδιοτήτων μας ἀποτελεῖ τή βάσι γιά τήν ἐπιτυχία στή ζωή. Ἡ συμφιλίωσις μέ τόν ἑαυτό μας εἶναι ἡ προϋπόθεσις γιά μιά δημιουργική καί καρποφόρο ζωή.
Διότι τό δεύτερο μάθημα στή ζωή εἶναι νά μάθη ὁ καθένας μας ν’ ἀνθίζη, νά εὐωδιάζη καί καρποφορῆ ἐκεῖ ὅπου τόν φύτεψε τό χέρι τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὁ καθένας μας ζῆ καί κινεῖται μέσα σ’ ἕνα ἀνθρώπινο, κοινωνικό περιβάλλον. Ἡ παρουσία μας μέσα στό περιβάλλον αὐτό πρέπει νά εἶναι θετική, οἰκοδομητική, δημιουργική. Δέν ὑπάρχει ἀνθρώπινος τύπος ἤ χαρακτήρας πού δέν μπορεῖ νά εἶναι εὐεργετικός στό περιβάλλον του. Μέσα στήν ἀνθοδέσμη τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας, ὁ καθένας μας ἔχει τήν ὀμορφιά του, τό ἄρωμά του. Ἀρκεῖ νά προσφέρη μέ ταπείνωσι καί εὐχαρίστησι αὐτό πού τοῦ χάρισε ὁ Δημιουργός. 
Ἀπό τόν καθένα μας ἐξαρτᾶται ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία νά γίνη ἕνα ὄμορφος καί εὐωδιαστός κῆπος.


«Κύριε, κάνε μέ ὄργανο τῆς εἰρήνης σου.
Ὅπου ὑπάρχει μῖσος, νά δείχνω ἀγάπη.
Ὅπου ὑπάρχει ἀδικία, νά δείχνω συγνώμην.
Ὅπου ὑπάρχει ἀμφιβολία, νά δείχνω πίστι.
Ὅπου ὑπάρχει ἀπελπισία, νά δείχνω ἐλπίδα.
Ὅπου ὑπάρχει σκοτάδι, νά δείχνω φῶς.
Ὅπου ὑπάρχει λύπη, νά δείχνω χαρά.
Ὤ Θεῖε Διδάσκαλε, δός ὥστε,
νά μή ζητῶ τόσο νά παρηγοροῦμαι ὅσο νά παρηγορῶ·
νά μή ζητῶ τόσο νά κατανοοῦμαι ὅσο νά κατανοῶ·
νά μή ζητῶ τόσο νά ἀγαπῶμαι ὅσο νά ἀγαπῶ.
Διότι ὅταν δίνουμε, παίρνουμε·
ὅταν συγχροῦμε, συγχωρούμαστε·
ὅταν πεθαίνωμε, γεννιώμαστε στήν αἰώνιο ζωή».
                            
                              (Ἅγιος Φραγκῖσκος, τῆς Ἀσσίζης).



Ἀπό τό βιβλίο «Ἀνεβαίνοντας…», τοῦ ἐπισκόπου Ἀχελώου ΕΥΘΥΜΙΟΥ Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ.

Αρωματικά βότανα και οι θεραπευτικές τους ιδιότητες


Κόλιανδρος

Τί κι αν φαίνεται ένα απλό χορταράκι; Προσφέρει πολλά!




Ο φρέσκος κόλιανδρος μοιάζει πολύ με τον μαϊντανό και έχει έντονη γεύση, που είναι όμως πιο ήπια όταν είναι ξερός σε μορφή σπόρων. Στις μέρες μας είναι σχεδόν άγνωστος σε πολλούς από εμάς αλλά ήταν ένα από τα βασικά μπαχαρικά και μυρωδικά στην αρχαία Ελλάδα.

Θεραπευτικές Ιδιότητες:
Χωνευτικό, κατάλληλο για όσους νιώθουν την ώρα της πέ­ψης πόνους στο στομάχι.
Κατά της αεροφαγίας. Βοηθάει να φύγουν τα αέρια από την κοιλιά και το έντερο. Διεγερτικό. Παλιά του απέδιδαν αφροδισιακές ιδιότητες. Το βέβαιο είναι ότι βοηθάει σε νευρική ανορεξία και σε νευ­ρική κόπωση. (Πάντως σε μερικά μέρη θεωρείται και σή­μερα αφροδισιακός).
Σπασμολυτικό.
Σε ρευματισμούς και πόνους των αρθρώσεων (με εξωτερική χρήση).
Εφαρμογές:
Αφέψημα: Σαν αφέψημα, για το στομάχι και την αεροφαγία. Βράζετε ένα κουταλάκι καρπούς σε ένα φλιτζάνι νερό, το σουρώ­νετε μετά από 10 λεπτά και πίνετε ένα φλιτζάνι μετά από κάθε γεύμα
Έγχυμα: Σαν έγχυμα. Δυο κουταλάκια καρπούς κόλιαντρου την ημέ­ρα σε ένα φλιτζάνι νερό.
Εξωτερική Χρήση: Σε αλοιφές για τους ρευματικούς πόνους των αρθρώσεων


Περί της πνευματικής τελειότητας


O μακάριος Μωυσής, θέλοντας με παραδείγματα να δείξει ότι η ψυχή δεν πρέπει να ακολουθεί δύο γνώμες, δηλαδή το καλό και το κακό, αλλά μόνο το καλό, ούτε να καλλιεργεί δύο είδη καρπών, δηλαδή ωφέλιμους και βλαβερούς, αλλά μόνο ωφέλιμους, λέει: «Στο αλώνι σου, δε θα ζέψεις μαζί ζώα διαφορετικού γένους, λ.χ. βόδι με γαϊδούρι, αλλά αφού ζέψεις ζώα του ιδίου γένους, να αλωνίσεις τα σπαρτά σου», -δηλαδή στο αλώνι της καρδιάς μας να μην αλωνίζουν μαζί αρετή και κακία, αλλά μόνον η αρετή. «Δεν θα υφάνεις λινό μαζί με μάλλινο ύφασμα, ούτε μαλλί με λινό. Δε θα καλλιεργήσεις στο χωράφι σου δύο είδη καρπών μαζί. Δε θα διασταυρώσεις ζώα διαφορετικού γένους, αλλά θα ενώσεις ζώα ίδιου γένους». Με όλα αυτά υπαινίσσεται με μυστικό τρόπο ότι δεν πρέπει να καλλιεργούνται μέσα μας, όπως είπαμε, κακία και αρετή, αλλά να γεννιούνται αποκλειστικά οι γόνοι της αρετής· ούτε να μετέχει η ψυχή σε δύο πνεύματα, στο πνεύμα του Θεού και στο πνεύμα του κόσμου, αλλά μόνο στο πνεύμα του Θεού, και να καρποφορεί μόνο τούς καρπούς του Πνεύματος. Γι’ αυτό λέει ο Ψαλμωδός: «Συμμορφωνόμουν σ’ όλες τις εντολές Σου και μίσησα κάθε τι πού οδηγεί στην αδικία». 


Πηγή: www.geocities.com/bibliokalia

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΗ



Ενας οδοιπόρος ταξιδεύει στην Ελλάδα. Είναι ξένος. Έχει μάθει πως η γη αυτή είναι ιερή, πως κάθε σπιθαμή της είναι δεμένη με ιστορία...
Πέφτοντας πίσω από το καλλίδρομο, ο ξένος βρίσκει ένα βοσκό.
Ο ξένος ξέρει πως πλησιάζει σ’ έναν από τους κορυφαίους χώρους του κόσμου. Καί λέει στο βοσκό:
– Τι τόπος είναι αυτός εδώ; Πώς λέγεται το μέρος;
Ο βοσκός λέει απλά.
– Τον λένε Θερμοπύλια.
Ο ξένος αισθάνεται να τον κυριεύει δυνατή συγκίνηση. Λέει:
– Ξέρεις τι είναι οι Θερμοπύλες; Ξέρεις τι έγινε εδώ;
– Ξέρω, λέει γαλήνια ο βοσκός, σαν να λέει την πιο απλή ιστορία του κόσμου. Το έμαθα απ’ το πατέρα μου. Απ’ τον πάππο μου. Εδώ, λέει, τους σταματήσαμε!
Δεν ξέρει να πει τους «βαρβάρους«, δεν ξέρει να πει τους «Πέρσες»...

Πιο πέρα ο οδοιπόρος περνά ένα γεφύρι. Ρωτά έναν άλλο βοσκό, που βρίσκεται εκεί κοντά:
–Έχει όνομα τούτο το γεφύρι;
–Έχει. Το λένε Αλαμάνα.
–Έγινε τίποτα εδώ;
–Εδώ τους κρατήσαμε, λέει ο βοσκός...

Ο Οδοιπόρος αφήνει τη στεριά και μπαίνει σ’ ένα καΐκι, που ταξιδεύει στο Αιγαίο. Θα μπαρκάρουν από την Κούλουρη με το πέσιμο του ήλιου... 
– Ξέρεις; λέει ο μούτσος του καϊκιού στον ξένο. Εδώ έγινε το μεγάλο κακό. Και δείχνει τα νερά της Σαλαμίνας.
– Σώπα, εσύ! Τι ξέρεις, εσύ, από αυτά; βάζει μπροστά ο καπετάνιος το μούτσο. Έλα να σου πω εγώ, λέει στον ξένο.
Κι ενώ από πάνω τους τα πρώτα άστρα γράφουν ατάραχα την αργή πορεία τους, ο καπετάνιος του καϊκιού, πού φεύγει για το Αιγαίο, διηγείται στον ξένο τι έγινε τη μακρινή μέρα σε τούτα τα νερά...
– Που τα ξέρεις όλα αυτά; τον ρωτάει ο ταξιδιώτης.
– Εγώ; αναρωτιέται ο καπετάνιος. Τα πήρα απ’ τον πατέρα μου, αυτός τα πήρε απ’ τον πατέρα του. Έτσι το ’χουμε εμείς.

Τη νύχτα έχει πολλά άστρα. Είναι πια έξω από το Σαρωνικό, βρίσκονται στο Αιγαίο. Και τότε ο ξένος ξαπλωμένος στην κουπαστή του καϊκιού ακούει το μούτσο να του λέει παράξενα παραμύθια για την Κυρά της θάλασσας του, για τη Γοργόνα. Έχει, λέει, στις πλάτες της χρυσά φτερούγια κι όλο τριγυρίζει στα πέλαγα γυρεύοντας το χαμένο αδελφό της, το Μέγα Αλέξανδρο, που χάθηκε στις χώρες της Αραπιάς.
– Τι γύρευε στα μέρη της Αραπιάς ο Μέγας Αλέξανδρος; Ρωτάει ο ξένος.
Ο μούτσος δεν ξέρει το λόγο... Λέει απλά:
– Θα πήγε, φαίνεται, να λευτερώσει τους ανθρώπους.

Την άλλη μέρα το καΐκι βρίσκεται στ’ ανοιχτά της Χίου. Ο ήλιος αστράφτει πάνω στα μικρά κύματα. Ο ξένος κοιτάζει θαμπωμένος και αμίλητος το παιχνίδι του νερού και του φωτός. Το κοιτάει κι ο καπετάνιος. Όμως γι’ αυτόν αυτό εδώ δεν είναι μόνο παιχνίδι από νερό και φως.
– Εδώ, λέει, ο Κανάρης...

Έτσι ζει μέσα σε τούτο το λαό των βοσκών και των ψαράδων, απλά και χωρίς επίδειξη, συνέχεια και ιδανικό ζωής, το πάθος για την Ελευθερία.
Όταν, πριν από εκατόν εξήντα περίπου χρόνια ήρθε η ώρα του δουλωμένου λαού να τα βάλει με μιαν αυτοκρατορία, όλος ο κόσμος γύρισε κατά πάνω του τα μάτια.
– Τι θα κάμουν; είπαν οι ξένοι κουνώντας το κεφάλι. Είναι αδύναμοι και ο εχθρός τους είναι φοβερός. Αυτό που κάνουν είναι τρέλα!
Και αληθινά ήταν τρέλα. Όμως από τέτοιες τρέλες είναι συνθεμένο το μεγαλείο της Ελλάδας...
Ηλίας Βενέζης

Χρυσοστομικά μαργαριτάρια


Να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον, για να μάθουμε να σεβόμαστε και τον Θεό.
Εκείνος που είναι θρασύς στους ανθρώπους, είναι θρασύς και στον Θεό.

Η ζωή μπορεί να τελειώνει σε «ήττα»...


Πώς μοιάζει το εσωτερικό της μιας φωλιάς μυρμηγκιών;



Για να δουν πώς μοιάζει το εσωτερικό μιας φωλιάς μυρμηγκιών, μια ομάδα ερευνητών έριξε τσιμέντο για 3 συνεχόμενες μέρες σε μια εγκαταλειμμένη φωλιά.
Χώρεσαν 10 τόνοι τσιμέντο. Μετά από έναν μήνα ...άρχισαν οι ανασκαφές και χρειάσθηκαν εβδομάδες για να ολοκληρωθούν. Αυτό που ανακάλυψαν ήταν εντυπωσιακότατο !!
Μια ολόκληρη “πόλη”, με δρόμους, κατοικίες και εξαερισμό. Όλα δείχνουν σαν να ήταν σχεδιασμένα από αρχιτέκτονα. Αυτή η κολοσσιαία πόλη δημιουργήθηκε με την σκληρή εργασία ολόκληρης της κοινότητας των μυρμηγκιών , που αποδείχτηκε εξαιρετικά εκπαιδευμένη, πειθαρχημένη και προσηλωμένη στον σκοπό της.
Το κτίσμα καλύπτει 50 τετραγωνικά μέτρα και έχει 8 μέτρα βάθος. Για να χτιστεί, τα μυρμηγκιά αναγκάσθηκαν να μετακινήσουν 40 τόνους γης.

Απολαύστε το βίντεο


Βελίκα Τράϊκου


Η Βελίκα Τράϊκου ὑπῆρξε μιά δασκάλα, νεομάρτυς τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος. Γεννημένη στό Γραδεμπόριο τό 1883, πεντάρφανη ἀπό μικρή μά προικισμένη μέ ἀδάμαστη θέληση, μέ τή βοήθεια φιλανθρώπων κατόρθωσε νά φοιτήσει στό Ἀνώτερο Παρθεναγωγεῖο Θεσσαλονίκης καί τό 1900 διορίστηκε δασκάλα στήν Καρατζόβα, στή φωλιά τῶν Κομιτατζήδων, ὅπου ρίχτηκε στήν ἀποστολή της μέ ἐνθουσιασμό. Κι ὅταν τόν Αὔγουστο τοῦ 1901, καθώς ὁ Ἴων Δραγούμης κατευθύνονταν στό Μοναστήρι, πραγματοποιήθηκε στήν Μητρόπολη Θεσσαλονίκης μεγάλη σύσκεψη Ἑλλήνων πατριωτών, ἡ Βελίκα ἦταν παροῦσα κι ἔκανε τίς προτάσεις της:
Ὁπλίστε τούς χωρικούς!... Κι ὅταν ἐμεῖς προετοιμάσουμε τό ἔδαφος, ἀπό παντοῦ θ’ ἀνάψει ὁ ἀγώνας!...
Τό φθινόπωρο ὁ Δραγούμης ζήτησε ἀπό τό Κέντρο Θεσσαλονίκης νά τοῦ στείλουν ἕνα πρόσωπο ἄξιο νά ἐπωμιστεῖ τό βαρύ ἔργο τοῦ συνδέσμου Μοναστηρίου-Καστοριᾶς-Θεσσαλονίκης. Συνιστοῦσε νά εἶναι ἔμπιστο, γενναῖο, ἱκανό, νά ἀντέχει σέ κακουχίες καί πεζοπορία, νά διαθέτει ἐξαιρετική εὐφυία γιά ν’ ἀποφεύγει τίς παγίδες τῶν Βουλγάρων, νά διακατέχεται ἀπό βαθύ αἴσθημα εὐθύνης καί πρό παντός νά εἶναι ἀποφασισμένο νά δώσει καί τή ζωή του ἀκόμα γιά ὅ,τι πιστεύει κι ὑπηρετεῖ.
Φαντάζεται κανείς τήν κατάπληξη του, ὅταν εἶδε νά τοῦ στέλνουν, ἀντί κάποιου θεριεμένου παλληκαριοῦ, τή ροδομάγουλη δασκαλίτσα Βελίκα!... Κι ὅμως ἡ κοπέλα ἐκείνη στάθηκε ἄξια στό ὕψος τῆς σπουδαίας της ἀποστολῆς, γιατί γνωρίζοντας ἄπταιστα τήν τουρκική καί βουλγαρική γλώσσα καί προικισμένη μέ σπάνια ὑποκριτικά προσόντα, παριστάνοντας πότε τή μισότρελλη Τουρκάλα χωρική καί πότε τή Βουλγάρα ραδικοῦ ἤ γαλατοῦ, ἔγινε τό μάτι καί το αὐτί τοῦ ἀγώνα. Κανείς δέν μποροῦσε νά τήν ὑποψιστεῖ, καθώς μετέφερε ἔγγαφα ραμμένα στά ξεφτισμένα της ποδογύρια ἤ χαμένα στίς πανέμορφες πλεξίδες της.
Ἀεικίνητη κι ἀγωνιστική ἔμοιαζε γοργοπόδαρο ἐλάφι, πού ἐκμηδένιζε τήν ἀπόσταση Μοναστήρι-Θεσσαλονίκη. Κι ἦταν ν’ ἀπορεῖ κανείς, πῶς ἐκείνη ἡ σφιγηλή κοπέλα, πού ὁ κίνδυνος ἦταν ἡ ἀνάσα της, πῶς μποροῦσε καί μεταμορφώνονταν, ὅταν τό ἤθελε, σ’ ἕνα ἀξιολύπητο πλάσμα πέρα κι ἔξω ἀπό κάθε ὑποψία.
Στά 1903 ἡ βουλγαρική θηριωδία στή Μακεδονία εἶχε ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Ἡ γῆ βάφοταν μέ αἷμα ἀθώων. Ἄγρια ἐγκλήματα γίνονταν καθημερινά κι ὅμως ἡ Βελίκα ἀπτόητη γύριζε στίς ἐρημιές. Ὅλοι θαύμαζαν κι ὑπολόγιζαν τήν προσφορά της. Κι ὅταν ἀργότερα μέ τόν ἐρχομό τοῦ Παύλου Μελά ὁ ἀγώνας ἐντάθηκε, ἡ μικρή ἡρωίδα προσέφερε ἀνεκτίμητες ὑπηρεσίες σάν σύνδεσμος τῶν προξενείων.

Ὅμως σέ μιά τέτοια ἀποστολή στά Γιαννιτσά, δολοφονικό χέρι Βουλγάρων ἔσχισε τά νεανικά της στήθη, ὅταν παρά τά βασανιστήρια στά ὁποῖα τήν ὑπέβαλαν νά μαρτυρήσει τι γνώριζε, αὐτή ἐξακολουθοῦσε νά παριστάνει τήν τρελλή. Ἔτσι πῆρε στό θάνατο τά μυστικά της. Ἦταν καλοκαίρι, 28 Αὐγούστου τοῦ 1904. Στή Θεσσαλονίκη, ὅπου μεταφέρθηκε ἡ σωρός της, τῆς ἔγινε μεγαλοπρεπής κηδεία καί τή θρήνησε μιά ὁλόκληρη λαοθάλασσα.

Στιγμιότυπο ἀπό τήν κηδεία τῆς Βελίκας Τράϊκου. Διακρίνεται ὁ Κ. Μαζαράκης
καί ὁ Μητροπολίτης Ἀλέξανδρος. (Φώτο Μουσείου Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος).
Πηγή: Ἀπό τό βιβλίο «Ἡ Μακεδόνισσα στό θρύλο καί στήν Ἱστορία», τῆς Ἀθηνᾶς Τζινίκου-Κακούλη.

Η δύναμη των λέξεων


Ο λόγος είναι ποικίλος και εξαρτάται με τον τρόπο που τον λέμε. Μια προσευχή μπορεί να μεταβληθεί σε βλασφημία, όπως και αντίθετα. Όμως, εξαρτάται με τον τρόπο που τον λέμε, με την διάθεση που τον προβάλουμε και με τις καλές προθέσεις που έχουμε  εκείνη την στιγμή. Ένας λόγος ανασταίνει κι ένας λόγος νεκρώνει. Αυτό είναι στο χέρι μας.
Η παρακάτω ταινία μικρού μήκους δείχνει την δύναμη των λέξεων να αλλάξουν το μήνυμά μας και το αποτέλεσμά του.
Ο τυφλός άνδρας γράφει στο κομμάτι από χαρτόνι «Είμαι τυφλός και δεν βλέπω» και η κοπέλα το αλλάζει γράφοντας «Είναι μια όμορφη μέρα και δεν μπορώ να την δω».


Η κάθε λέξη έχει τη σημασία της. Η κάθε λέξη μας οδηγεί σε μια κατάσταση και έτσι μας δημιουργεί το ανάλογο συναίσθημα.


Η φιλία μοιάζει...


Δεκάδες απογειώσεις σε μια φωτογραφία




Η λογική είναι απλή. Μια φωτογραφική μηχανή τραβάει διαδοχικές φωτογραφίες για ικανό χρονικό διάστημα από το ίδιο σημείο. Μπορούμε να δούμε έτσι καθαρά την πορεία κάθε αεροσκάφους που απογειώνεται. ΟΙ λήψεις είναι από δημοφιλή αεροδρόμια σε διάστημα που δεν ξεπερνά συνήθως τη μια ώρα.
Η πορεία των αεροσκαφών φαίνεται στο νυχτερινό ουρανό σα δέσμη φωτός. Βλέπουμε ότι οι αεροδιάδρομοι είναι καθορισμένοι και τα εροπλάνα οφείλουν να ακολουθήσουν συγκεκριμένη πορεία.

Πηγή: http://anoixti-matia.blogspot.com

Η συμβολή των γυναικών στον Μακεδονικό Αγώνα


Εξέχουσα θέση στο πάνθεον των μορφών του Μακεδονικού Αγώνα κατέλαβαν γυναίκες επώνυμες και ανώνυμες, αστές αλλά και αγρότισσες. Οι τοπικές επιτροπές άμυνας των χωριών στηρίζονταν κατά μεγάλο μέρος στη συνδρομή του γυναικείου πληθυσμού: περίθαλψη τραυματιών, μεταφορά πολεμοφοδίων και τροφοδοσία αντάρτικων ομάδων, προώθηση εμπιστευτικών εγγράφων. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει στις δασκάλες του Μακεδονικού Αγώνα, οι οποίες καταγράφηκαν στην Ιστορία και η ανάμνηση της εθνικής δράσης των οποίων διατηρήθηκε ως σήμερα στις μνήμες των Μακεδόνων. Μεταξύ εκατοντάδων άλλων αξίζει να μνημονευθούν η Αγλαΐα Σχοινά, η οποία διηύθυνε το Ανώτερο Παρθεναγωγείο Θεσσαλονίκης, η Χριστίνα Παπαθεοδώρου από τον Κολινδρό και η Ελένη Ζωγράφου από τη Στρώμνιτσα. Στην κορυφή στέκουν οι δασκάλες που έδωσαν τη ζωή τους, αρνούμενες να υποκύψουν στους εκβιασμούς των Βουλγάρων και οι οποίες δολοφονήθηκαν.

Ειδικά η Αικατερίνη Χατζηγεωργίου αποτελεί μια από τις πλέον γνωστές όσο και τραγικές περιπτώσεις. Υπηρετούσε ως δασκάλα στο χωριό Γκρίτσιστα της Γευγελής και απειλήθηκε επανειλημμένα από τις συμμορίες των κομιτατζήδων που δρούσαν στην περιοχή και οι οποίες την διέταξαν να εγκαταλείψει το σχολείο και το χωριό της. Στις 14 Οκτωβρίου 1904 μια βουλγαρική συμμορία προσέβαλε την Γκρίτσιστα και έκαψε ζωντανούς έξι Έλληνες, μεταξύ των οποίων βρισκόταν και η Αικατερίνη Χατζηγεωργίου. Παράλληλα με αυτή αξίζει να μνημονευθούν η Λιλή Βλάχου (δολοφονήθηκε μέσα στο σχολείο της), η Βελίκα Τράικου από τον Πεντάλοφο Θεσσαλονίκης, η οποία κατακρεουργήθηκε και η Αγγελική Φιλιππίδου από τη Θεσσαλονίκη. Η τελευταία έλαβε μέρος στη φονική μάχη της Αγριανής, όπου και τραυματίσθηκε θανάσιμα.

Εκτός από τις δασκάλες, τον αγώνα πλαισίωσαν δεκάδες επώνυμες γυναίκες, αφού οι ανώνυμες της μακεδονικής υπαίθρου έμειναν στην αφάνεια. Αξίζει να μνημονευθούν οι πλέον γνωστές περιπτώσεις, όπως η Ελένη Παπάζογλου από τη Θεσσαλονίκη, γνωστή με το ψευδώνυμο Μπουμπουλίνα, η οποία αποτέλεσε μια πολύτιμη συνεργάτιδα του προξένου Λάμπρου Κορομηλά. Ακόμη, η Αμαλία Οικονόμου από το Σιδηρόκαστρο, η Μαρία Κυράτσου από τη Βέροια, η οποία δολοφονήθηκε από βουλγαρική συμμορία, η Άννα Σωτηριάδου από τη Στρώμνιτσα και η Αικατερίνη Βαρελά. Η τελευταία δολοφονήθηκε στο σπίτι της, στα Γιαννιτσά, τον Δεκέμβριο του 1906, ενώ η κόρη της, Ελισάβετ, εντάχθηκε στο αντάρτικο σώμα του Καπετάν Γκόνου και πολέμησε στο πλευρό του.

Πηγή: www.istorikathemata.com