Ἐσταυρωμένος ὁ Θεός μας ἀπό ἐμᾶς γιά ἐμᾶς.



Ὁ Ἐσταυρωμένος Θεός! Τῆς ἀγάπης Του θύτης καί θῦμα. Μέ ἀνοιχτά τά τρυπημένα Του χέρια ἐπάνω ἀπό τίς ἔνοχες παγωμένες καρδιές μας. Μ’ ἁπλωμένα τά ματωμένα χέρια πού θεράπευσαν λεπρούς, πού ἄγγιξαν πληγές, πού ἀνέστησαν νεκρούς, πού ἀνώρθωσαν παραλύτους, πού χάϊδευσαν καί εὐλόγησαν παιδικά κεφαλάκια,
πού ἔδωσαν τό φῶς, πού ἔσβησαν ἁμαρτίες, καί πού τώρα, στῆς ὀδύνης, τοῦ πόνου, τοῦ μαρτυρίου Του τήν ὥρα, μέ τό αἷμα Του ὑπογράφει τῆς σωτηρίας μας τό χειρόγραφο. 
Ὁ μοναδικός μεγάλος Εὐεργέτης τῆς γῆς, πού ὅταν ἐμεῖς ἀναφωνοῦμε: «Οὐκ οἶδα τόν ἄν­θρωπον», Ἐκεῖνος ἀπαντᾶ: «Πάτερ, ἄφες αὐ­τοῖς». 
Ἐσταυρωμένος ὁ Θεός μας ἀπό ἐμᾶς γιά ἐμᾶς.
Ἕνα δάκρυ γιά ἐμᾶς, πού κάποιες φορές περιφρονοῦμε τήν θυσία Του. Ἕνα δάκρυ γιά ἐκείνους πού ἀκόμη ἐξακολουθοῦν νά λένε «οὐκ οἶδα τόν ἄνθρωπον». Καί μιά θερμή ἱκεσία· ὁ Λυτρωτής μας, πού τό ὄνομά Του ἔγραψε στόν σταυρό τοῦ Γολγοθᾶ, νά τό χαράξη καί στά κύματα τοῦ βίου μας.

Πηγή: Ἀπό τό βιβλίο «Προσκυνοῦμέν Σου τά Πάθη Χριστέ» τοῦ Ἀρχιμ. Θεοφίλου Ζησοπούλου, ἐκδόσεις Ὀρθοδ. Χριστ. Ἀδελφ. ΛΥΔΙΑ.