ΜΕΡΟΣ Α΄
Ἡ ἱστορία τῆς Πατρίδος μας, παρά τόν ἐπικό της χαρακτῆρα, ἔχει πολλούς θλιβερούς σταθμούς. Ἡμέρες ἀποφράδες, γεγονότα θλιβερά, πού μόνο μνῆμες πονεμένες καί ἀγιάτρευτους καημούς ἄφησαν πίσω τους. Δέν τήν γράψαμε οἱ Ἕλληνες ἔτσι. Τήν ἔγραψε ὁ ἐξημμένος φανατισμός, ὁ ὑπερτροφικός ἐθνικισμός καί ὁ ἐνδιάθετος βαρβαρισμός τῶν ἐξ Ἀνατολῶν γειτόνων μας, κυρίως αὐτῶν. Ἔτσι δημιουργήθηκαν οἱ πολύκλαυστες ἀλύτρωτες πατρίδες, οἱ γενοκτονίες ἐν τέλει, οἱ ἑκατόμβες ἄταφων νεκρῶν καί ἡ ἀπονενοημένη φυγή τῶν προσφύγων ἀπό τίς πανάρχαιες κοιτίδες τους. Μία πτυχή τοῦ παραπάνω δράματος εἶναι καί ἡ καταστροφή τῆς Σμύρνης.
Ἡ Σμύρνη, καθώς μαρτυροῦν καί τά ἀρχαιολογικά της εὑρήματα, ἄρχισε νά γράφη τήν ἑλληνική της ἱστορία 3.000 χρόνια π.Χ. Ἐπί τῆς ἐποχῆς τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου δημιουργήθηκε τό λιμάνι της, τό πρῶτο καί πιό εὐρύχωρο τῆς Ἀσίας, καί ἐπί τῶν διαδόχων του κοσμήθηκε μέ περικαλλῆ οἰκοδομήματα. Ἐπί τῆς ρωμαϊκῆς ἐποχῆς ἡ Σμύρνη ἀναδείχθηκε κέντρο πνευματικῆς ἀκτινοβολίας. «Φῶς» τήν ἀποκαλοῦσε ὁ ἱστορικός Πλίνιος, ὁ Κικέρων «κέντρο τῆς Μ. Ἀσίας», ὁ δέ γεωγράφος Στράβων τήν χαρακτήριζε «καλλίστη τῶν πασῶν» πόλεων. Στούς χρόνους τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας ὑπῆρξε μεγάλο οἰκονομικό κέντρο τῆς Ἀνατολῆς καί σ’ ὁλόκληρη τήν περίοδο τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας ἦταν ἕνα ἀπό τά πιό σημαντικά ἐμπορικά, ἀλλά καί πνευματικά κέντρα. Ἡ ἀνθηρή οἰκονομική κατάστασις τῆς Σμύρνης, καθώς καί ἡ ἀνάπτυξις τῶν γραμμάτων καί τῶν τεχνῶν ὠφείλετο στό πολυάριθμο ἑλληνικό στοιχεῖο πού ὑπῆρχε στήν πόλι, τό ὁποῖο καί καθώριζε τήν οἰκονομική καί τήν πνευματική της προκοπή. Γι’ αὐτό, γιά τούς Τούρκους ἡ Σμύρνη ἦταν πάντα «γκιαούρ Ἰσμίρ», ἄπιστη Σμύρνη.
Στή νεώτερη ἱστορία της ἡ πόλις καί ὁ ἐλληνικός της πληθυσμός ἐπλήρωσαν πολλές φορές μέ τό αἷμα τους τήν μισαλλοδοξία τῶν Τούρκων. Παρά ταῦτα οἱ Ἕλληνες ἵδρυσαν πρότυπα σχολεῖα, στά ὁποῖα ἐδίδαξαν μεγάλοι διδάσκαλοι τοῦ Γένους. Ἡ Εὐαγγελική Σχολή, τό Φιλολογικό Γυμνάσιο, ὁ Σύλλογος πρός διάδοσιν τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων «Ὅμηρος», ἡ Ὁμήρειος Σχολή, τό Παρθεναγωγεῖο κ.λπ. συνέβαλαν ἀποφασιστικά στήν ἀνάπτυξι τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῆς πόλεως. Ἄς προσθέσουμε δέ ὅτι αὐτή ἡ πνευματική ἀνάπτυξις ἦταν συνακόλουθη τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀκμῆς. Διότι, ὅ,τι ἐκλεκτότερο εἶχε νά ἐπιδείξη τότε ἡ πόλις ἦταν συγκεντρωμένο στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας της. Ἔτσι, ἡ Σμύρνη εὐτύχησε νά ἔχη διαπρεπεῖς κληρικούς καί προκαθημένους τοῦ μητροπολιτικοῦ της θρόνου, μέ τελευταῖο τόν μάρτυρα μητροπολίτη Χρυσόστομο, τόν ἀπό Δράμας. Χριστιανική ἀπό τούς πρώτους χριστιανικούς χρόνους ἡ Σμύρνη, διεδραμάτισε σπουδαιότατο ρόλο στήν ἱστορία τοῦ Μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἄν καί εἶχε τό θλιβερό προνόμιο νά εἶναι δραματική ἡ ἱστορική της πορεία μέσα στόν χρόνο. Ἔτσι, συνευδοκούντων καί τῶν δικῶν μας πολιτικῶν παθῶν καί τῆς δολερῆς διχονοίας, φθάσαμε στήν θλιβερή τελική της καταστροφή καί τήν ἀνελέητη προγραμματισμένη σφαγή τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ της. Μέσα στήν λιτή φράσι «Καταστροφή τῆς Σμύρνης», δύσκολα μπορεῖ νά ἀπαριθμήση κανείς πόσα τραγικά γεγονότα ὑποκρύπτονται.
Οἱ Τοῦρκοι, ἀπό τότε ὥς σήμερα, ἀρνοῦνται, κατά τήν πάγια τακτική τους, καί αὐτή τήν ἐγκληματική τους ἐνοχή, αὐτή τήν βαρβαρότητα πρός τόν χριστιανικό πληθυσμό τῆς Σμύρνης, καί τῆς Μικρασίας γενικότερα. Λένε, τί συμφέρον θά εἴχαμε νά κάψουμε τήν Σμύρνη; Δέν ἀναρρωτήθηκαν, ὅμως, καθόλου πῶς, ἐνῶ ἀποτεφρώθηκε ἡ «γκιαούρ Ἰσμίρ», ἔμεινε ἀνέπαφη ἡ τουρκική, ἡ περιοχή τῆς τουρκικῆς συνοικίας; Μέ τέτοια ἕωλα ἐπιχειρήματα «ἔπεισαν» κάποιους φίλους τῆς ἐξωτερικῆς τους πολιτικῆς, ἐναντίον τῆς κοινῆς λογικῆς. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν κάθε λόγο νά μεταφέρουν τήν εὐθύνη τῶν γεγονότων ἀπό τούς θύτες στά θύματα. Ἄλλωστε, ἦταν πάντα βάρβαροι ἀνατολῖτες, ἀπό τήν ἀρχή τῆς αἱμοσταγοῦς ἱστορίας τους ὥς σήμερα. Γι’ αὐτό ἡ σιωπή ἤ ἡ συγκάλυψις τῶν ἐγκλημάτων τους, πού διεπράχθησαν στόν πρόσφατο ἱστορικό χρόνο, καί πολύ περισσότερο ἡ συμμετοχή τῶν πολιτισμένων κρατῶν στήν μεθόδευσι καί ἐκτέλεσι τῶν κακουργημάτων τους ἀποτελεῖ, ὅπως σωστά χαρακτηρίσθηκε «τό κορυφαῖο ἔγκλημα πολιτισμοῦ».
Ὑπῆρξαν ὅμως, οἱ μαρτυρίες τοῦ πολύπαθου χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ, καί τῶν αὐτοπτῶν μαρτύρων, ἀνταποκριτῶν ξένων εἰδησεογραφικῶν Πρακτορείων, οἱ δημοσιογράφοι, ἀλλά καί πολιτικοί παρατηρηταί, οἱ ὁποῖοι ἐμαρτύρησαν περί τῆς ἀληθείας. Ὅσοι, μ᾿ ἕναν λόγο, δέν ἐφίμωσαν τήν συνείδησί τους καί δέν ἀπώλεσαν τήν ἀνθρωπιά τους.
Σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες αὐτές, ἡ φωτιά ἐκδηλώθηκε ἀρχικά στήν ἀρμενική συνοικία καί κατέκαψε ὅλη τήν πόλι, ἐκτός ἀπό τήν μουσουλμανική συνοικία. Ἐκδηλώθηκε στίς 13 Σεπτεμβρίου 1922 (νέο ἡμερολ.), δηλ. στά τέλη Αὐγούστου, τέσσερες ἡμέρες μετά τήν ἐπανακατάληψι τῆς πόλεως ἀπό τούς Τούρκους, καί κράτησε ὥς τίς 17 τοῦ μηνός.
Αὐτή εἶναι καί ἡ μαρτυρία στήν Ἀγγλική Βουλή τῶν Κοινοτήτων, τοῦ ὑφυπουργοῦ τῶν ἐξωτερικῶν Μάκ Νίλ: «…σύμφωνα μέ τίς ἀποδείξεις, ἀπό καταθέσεις αὐτοπτῶν μαρτύρων, ἡ πυρκαγιά ἄρχισε ἀπό τήν ἀρμενική συνοικία, τό δέ πῦρ τέθηκε ἀπό τούρκους στρατιῶτες».
Ἡ προϊσταμένη τοῦ Ἀμερικανικοῦ Κολλεγίου στήν Σμύρνη, Μίλς Μίνι, κατέθεσε ὅτι «εἶδε ἕναν Τοῦρκο ἀξιωματικό νά μπαίνη στό κτίριο στό ὁποῖο φάνηκαν οἱ πρῶτες φλόγες τῆς πυρκαγιᾶς, κρατώντας μικρά τενεκεδένια δοχεῖα, τά ὁποῖα προφανῶς εἶχαν παραφίνη. Ἀμέσως μετά τήν ἔξοδό του τό κτίριο τυλίχθηκε στίς φλόγες…».
Γιά τόν ἀνταποκριτή τῆς ἀμερικανικῆς ἐφημερίδας «Βῆμα τοῦ Σικάγου», «…δέν ἀπομένει καμιά ἀμφιβολία γιά τά αἴτια τῆς φωτιᾶς. Σύμφωνα μέ ἔνορκη κατάθεσι τοῦ ἀνωτέρου προσωπικοῦ τοῦ Ἀμερικανικοῦ Κολλεγίου Σμύρνης, αὐτοί πού ἔθεσαν τό πῦρ ἦταν Τοῦρκοι στρατιῶτες…».
Στά Πρακτικά τῆς γαλλικῆς Βουλῆς, τῶν ἡμερῶν ἐκείνων, ἀναφέρεται ἡ καταγγελία τοῦ Γάλλου βουλευτῆ Soulier κατά τῆς Κυβερνήσεως τῆς πατρίδος του, γιά τήν προσπάθεια ἀποκρύψεως τῶν γεγονότων τῆς Σμύρνης, ὁ ὁποῖος κατέθεσε καί τά στοιχεῖα πού εἶχε γιά τήν ὑπαίτιο τῆς τραγωδίας, δηλ. τήν Τουρκία. Ἄς προσθέσουμε, τέλος, τήν ἐπιγραμματική ἀναφορά τοῦ Τσῶρτσιλ στά Ἀπομνημονεύματά του, γιά τό θέμα τῆς φωτιᾶς: «Ὁ Κεμάλ γιόρτασε τόν θρίαμβό του μέ τήν μεταβολή τῆς Σμύρνης σέ τέφρα καί τήν τεράστια σφαγή τοῦ ἐκεῖ χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ». Ἐνδιαφέρουσα εἶναι καί ἡ ἐξήγησι τοῦ συμπολεμιστοῦ τοῦ Κεμάλ, τοῦ Φατίχ Ἀτάϊ, ὅτι ἀρχικά οἱ Τοῦρκοι «ἔκαιγαν τά ἀρμενικά χωριά, γιά νά μήν ἐπιστρέψουν σέ αὐτά οἱ ἀρμένιοι», ἀφήνοντας ἔτσι νά ἐννοηθῆ πώς τό ἴδιο συνέβη καί μέ τήν Σμύρνη. Μά δέν ἦταν μόνον ἡ φωτιά. Τό κακούργημα ὁλοκληρώθηκε μέ τήν σφαγή τῶν κατοίκων. Ἡ ἀποτεφρωμένη Σμύρνη θά μποροῦσε καί πάλι νά ἀνοικοδομηθῆ. Ὁ στόχος ἦταν ὁ χριστιανικός πληθυσμός. Καί ἐπέλεξαν τήν σφαγή σέ πρώτη φάσι.
Πηγή: Περιοδικό «ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ», τεῦχος 438, Αὔγουστος 2009.