ΜΕΡΟΣ Β΄
Στίς 18 Σεπτεμβρίου, οἱ «Τάϊμς Νέας Ὑόρκης» ἔγραψαν: «Ἀπό τήν 11η νυκτερινή τῆς Κυριακῆς 28ης Αὐγούστου καί ὕστερα, κανένα ἑλληνικό καί ἀρμενικό σπίτι δέν ἔμεινε ἄθικτο· θύρες ἔσπαζαν, παράθυρα παρεβιάζοντο, γυναῖκες ἀτιμάζονταν, ἄνδρες καί παιδιά λογχίζονταν, ἀποκεφαλίζονταν, στραγγαλίζονταν, ὡς κουρέλια ξεσχίζονταν. Τοῦρκοι ἀξιωματικοί κατευθύνουν τό πλιάτσικο τῶν στρατιωτῶν. Συναντήσαμε πολλούς νά μεταφέρουν κλοπιμαῖα μέ κάθε μέσο. Οἱ σφαγές παίρνουν διαστάσεις. Τά πτώματα, ἄλλοτε ἀκέφαλα καί ἄλλοτε ἀκρωτηριασμένα, παραμένουν ἄταφα καί ἀναδίδουν φοβερή δυσοσμία…».
Αὐτή ἡ τοπική γενοκτονία ξεκίνησε ἀπό τήν συνοικία τῶν Ἀρμενίων, γιά νά ἐπεκταθῆ στήν συνοικία τῶν Ἑλλήνων. Τεράστια πλήθη συνέρρεαν στήν προκυμαία σέ ἔξαλλη κατάστασι, ἐλπίζοντας σέ βοήθεια τῶν συμμαχικῶν πλοίων. Μά ἐκεῖ τούς ἔβρισκε ὁ θάνατος, παρ’ ὅτι διαταγή τοῦ Τούρκου διοικητοῦ Νουρεντίν μπέη (σφαγέως τοῦ Μητροπολίτου Χρυσοστόμου Σμύρνης) προέβλεπε ἀναχώρησι τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ ἐντός μιᾶς ἑβδομάδος. Ἀνώτερες ἀπό κάθε περιγραφή σκηνές ἀλλοφροσύνης καί πανικοῦ ξετυλίγονταν στήν προκυμαία, στήν θέα τῶν βαρβάρων σφαγέων. Μητέρες ἔπεφταν μέ τά παιδιά τους στήν θάλασσα, γιά νά γλυτώσουν τόν βιασμό καί τήν σφαγή καί κολυμποῦσαν πρός τά συμμαχικά πλοῖα, ἐκλιπαρώντας βοήθεια καί σωτηρία. Ὅμως, οἱ σύμμαχοί μας παρακολουθοῦσαν ἀδιάφοροι καί ἐχθρικοί, μέ συνέπεια πολλοί νά πνίγωνται, ἐξαντλημένοι ἀπό τήν πολύωρη παραμονή τους στήν θάλασσα.
Στίς 7 Ἰουνίου τοῦ 2006, στό Κοινοβούλιο τῆς Μεγ. Βρεττανίας, πραγματοποιήθηκε συζήτησι γιά τήν γενοκτονία τῶν χριστιανικῶν λαῶν, κατά τά τελευταῖα χρόνια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Σέ παρέμβασί του ὁ βουλευτής Α. Dismore τόνισε ὅτι οἱ συμμαχικές «ναυτικές δυνάμεις παρέμειναν ἀπαθεῖς στήν πυρπόλησι τῆς Σμύρνης καί στήν σφαγή ἑκατοντάδων χιλιάδων Ἑλλήνων, Ἀρμενίων καί ἄλλων χριστιανικῶν μειονοτήτων».
Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἀπανθρώπου ἀβελτηρίας τῶν συμμαχικῶν ναυτικῶν δυνάμεων, ἦταν νά γεμίση ἡ θάλασσα πτώματα μητέρων μέ τά παιδιά τους, ἀνδρῶν καί ἀνημπόρων γερόντων.
Ὁ Γάλλος συγγραφέας Ἔντουαρ Ντριό γράφει: «…χιλιάδες δυστυχεῖς ὑπάρξεις, σωρευμένες κατά μῆκος τῆς προκυμαίας ρίχτηκαν στή θάλασσα. Σέ μεγάλο μῆκος τοῦ λιμανιοῦ ἑκατοντάδες πτωμάτων εἶχαν γεμίσει τήν θάλασσα, ὥστε νά μπορῆ κανείς νά βαδίση πάνω σ’ αὐτά. Τούς ἐπιπλέοντας τούς ἀποτέλειωναν οἱ Τοῦρκοι μέ σπαθιά καί ξύλα. Ἀναρίθμητες οἱ ὑπάρξεις, προπαντός γυναῖκες, παιδιά καί γέροντες ἐσφάγησαν μέσα σέ αἴσχιστες θηριωδίες…».
Εἶναι τόσο ζοφερή ἡ πραγματικότητα, ὅπως τήν περιγράφουν τά ξένα εἰδησεογραφικά πρακτορεῖα, παρά τήν φιλοτουρκική πολιτική τῶν Κυβερνήσεών τους, ὥστε ἡ λέξις «θηριωδίες» μόλις μπορεῖ νά δώση μία “γεῦσι” τῆς καταστάσεως πού ἐπικρατοῦσε.
Οἱ ἀμερικανοί ἀνταποκριταί ὑπελόγιζαν σέ χιλίους (1000) τούς σφαγιασθέντας χριστιανούς, κατά τήν πρώτη ἡμέρα τῆς πυρκαγιᾶς. «Πόσοι δολοφονήθηκαν τίς προηγούμενες ἡμέρες δέν εἶναι εὔκολο νά διαπιστωθῆ, οὔτε βέβαια καί τό σύνολο τῶν θυμάτων νά προσδιορισθῆ μέ ἀκρίβεια». Πάντως, σύμφωνα μέ ὑπολογισμούς τῶν ξένων ἀνταποκριτῶν καί τῶν πρακτορείων εἰδήσεων, θά πρέπει νά θανατώθηκαν 100 χιλιάδες ἄνθρωποι, μέ τίς ὑλικές ζημίες νά κοστολογοῦνται στίς 40 ἑκατομμύρια λίρες στερλίνες. Καταστράφηκαν 55 χιλιάδες σπίτια, 5 χιλιάδες καταστήματα, ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι ναοί καί τά σχολεῖα. Μιά ἀνταπόκρισις στήν ἐφημερίδα «Λόντον Ντέϊλι Κρόνικλ» τῆς 18ης Σεπτεμβρίου 1922 ἀναφέρει ὅτι ὁ συντηρητικότερος ὑπολογισμός θυμάτων εἶναι 120 χιλιάδες. Ὅλα τά ξένα Προξενεῖα, οἱ Τράπεζες καί ὅλα τά ἐπιβλητικά κτίρια τῆς προκυμαίας καταστράφηκαν. Μέ ἐξαίρεσι τήν τουρκική συνοικία, ἡ Σμύρνη δέν ὑπῆρχε πιά. Μ’ αὐτόν τόν «εὐγενῆ», τόν «πολιτισμένο» τρόπο ὁ Κεμάλ τουρκοποίησε τήν πόλι. Ἡ «καλλίστη πασῶν» τῶν πόλεων τοῦ Ἕλληνος γεωγράφου Στράβωνος, ἡ Σμύρνη, μετατράπηκε σέ Izmir.
Ἀμερικανός Πρόξενος στήν Σμύρνη, τήν ζοφερά ἐκείνη περίοδο, ἦταν ὁ Γεώργιος Χόρτον, ὁ ὁποῖος ἔγραψε: «…Κατά τήν περίοδο πού ἤμουν πρόξενος στήν Θεσσαλονίκη βομβαρδίστηκα ἀπό Βουλγάρους καί Γερμανούς· κατά τήν πολεμική μου καριέρα εἶχα πολλές ἄσχημες ἐμπειρίες μέ ὑποβρύχια καί φωτιά, ἀλλά ποτέ στήν ζωή μου δέν εἶδα κάτι σάν τήν καταστροφή τῆς Σμύρνης…».
Μιά ἀνταπόκρισις τῶν Τάϊμς τῆς Ν. Ὑόρκης, σχετικά μέ τίς συζητήσεις στήν Λωζάνη τῆς Ἑλβετίας, ὅπου γράφηκε τό τέλος τοῦ Μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ, σημειώνει τήν 1η Δεκεμβρίου: «Μιά μαύρη σελίδα στήν σύγχρονη ἱστορία γράφτηκε σήμερα ἐδῶ. Ὁ Ἰσμέτ Πασᾶς δήλωσε μπροστά στούς πολιτικούς τοῦ πολιτισμένου κόσμου ὅτι ἀποφασίστηκε ἡ ἐξορία ἀπό τήν Τουρκική ἐπικράτεια ἑνός ἑκατομμυρίου χριστιανῶν Ἑλλήνων, οἱ ὁποῖοι λίγα χρόνια πρίν ἦταν δύο ἑκατομμύρια… Οἱ πολιτικοί τοῦ πολιτισμένου κόσμου δέχτηκαν τήν τουρκική ἀνακοίνωσι…»!…
Γιά νά συνεχίση στίς 3 Δεκεμβρίου: «Ὑπῆρξαν πολλές μαῦρες Παρασκευές στήν πρόσφατη ἱστορία. Καμμιά δέν εἶναι πιό μαύρη ἀπό τήν περασμένη Παρασκευή… Εἶναι τό μαῦρο τῆς ἀπώλειας τοῦ σπιτιοῦ, τό μαῦρο τῆς ἐξορίας, τῆς ταλαιπωρίας καί τοῦ φόβου τοῦ θανάτου… Ἀλλά αὐτό πού εἶναι τό χειρότερο εἶναι ἡ ἄμεση ἀποδοχή ἀπό τόν Πολιτισμό τῆς ἀπόφασης τῶν Τούρκων γιά ἐξορία, ὄχι μόνο ἑνός ἑκατομμυρίου Ἑλλήνων, ἀλλά ὅλων τῶν χριστιανικῶν μειονοτήτων… Θά εἶναι αὐτό τό τέλος τῶν χριστιανικῶν μειονοτήτων στήν Μ. Ἀσία –αὐτή τήν χώρα ὅπου, 13 αἰῶνες πρίν ἐμφανισθῆ ὁ Τοῦρκος καί κυριαρχήση, ὁ Παῦλος ταξίδευε καί κήρυττε, καί ὅπου βρισκόταν οἱ “ἑπτά Ἐκκλησίες τῆς Ἀποκαλύψεως”, στίς ὁποῖες στάλθηκαν τά μηνύματα τοῦ Βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως;». Ἄς κλείσουμε, τέλος τήν φτωχή αὐτή ἀναφορά στά ὀδυνηρά γεγονότα τῆς πολύκλαυστης Σμύρνης, μέ τήν παρέμβασι τοῦ Ἄγγλου βουλευτοῦ Stephen Pound κατά τήν συζήτησι στό Κοινοβούλιο τῆς Μ. Βρεττανίας, πού πραγματοποιήθηκε στίς 7 Ἰουνίου 2006 σχετικά μέ τήν Γενοκτονία τῶν χριστιανικῶν λαῶν κατά τά τελευταῖα χρόνια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. «…Θά μοῦ ἐπιτρέψετε …νά ἀναφερθῶ στήν πυρπόλησι τῆς Σμύρνης γιά τήν μετατροπή της σέ Izmir. Πρόκειται γιά βαθειά οὐλή τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου καί τοῦ λαοῦ μας. Τό ξέρουμε καλά αὐτό. Ζητάω τήν ἀναγνώρισι τῆς γενοκτονίας πού συνέβη στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία. Θά μποροῦσε νά ΠΗ κανείς ὅτι μιά γενοκτονία πού ἐπιβλήθηκε στρατιωτικά εἶναι τόσο φρικαλέα, ἀποκρουστική καί ἀπαίσια, ὥστε ἡ ἀναγνώρισίς της δέν ἔχει μεγάλη σημασία, ἀφοῦ στό κάτω κάτω δέν ἐπαναφέρει στήν ζωή τά θύματά της. Ὅμως, γιά τούς συγγενεῖς καί τούς ἀπογόνους αὐτῶν πού ὑπέφεραν ἀποτελεῖ διπλό θάνατο τό νά ἔχουν δῆ τόν θάνατο τῶν δικῶν τους, μέ τήν ἀγωνία πού πέρασαν, ἀλλά καί δεύτερο θάνατο μέ τήν ἄρνησι τοῦ θανάτου τους ἀπό τούς θῦτες. Ὅταν ἀντιλαμβανόμαστε τά αἰσθήματα αὐτά, καταλαβαίνουμε γιά ποιό λόγο ἡ ἀναγνώρισις τῆς γενοκτονίας εἶναι τόσο σημαντική καί οὐσιαστική».
Ὕστερα ἀπό τά παραπάνω, θά ἦταν ἴσως περιττά τά σχόλια. Ἀπομένει ὅμως ὥς σήμερα τό ἐρώτημα: Θά θελήση ἡ πολιτισμένη ἀνθρωπότης νά σβήση αὐτή τήν δική της οὐλή, νά ἐγκαταλείψη δηλ. τήν πολιτική ἀνοχῆς τῶν ἐγκλημάτων τῶν βαρβάρων προστατευομένων τους τῆς Ἀνατολίας, καί νά ἁπαλύνη τούς πόνους τῶν πληγῶν τοῦ μαρτυρικοῦ σώματος τοῦ Ἑλληνισμοῦ; Νά τό ἐλπίζουμε; Ἄλλως, «ἔστι δίκης ὀφθαλμός». Ὁ Θεός ἀργεῖ, ἀλλά δέν λησμονεῖ.
Πηγή: Περιοδικό «ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ», τεῦχος 439, Σεπτέμβριος 2009.