Μέ νηστεία
ΜΕΡΟΣ Α΄
Ὅταν ὁ Κύριος θεράπευσε ἕνα σεληνιαζόμενο νέο καί τόν ἐλευθέρωσε ἀπό τό δαιμόνιο πού ἀπό μικρό παιδί τόν βασάνιζε, οἱ μαθητές Του, ἐπειδή λίγο πρίν δέν μπόρεσαν νά τόν θεραπεύσουν, ρώτησαν τόν Κύριο: Γιατί ἐμεῖς δέν μπορέσαμε νά βγάλουμε τό δαιμόνιο; Καί ὁ Χριστός τούς ἀπάντησε: «Τοῦτο τό γένος ἐν οὐδενί δύναται ἐξελθεῖν εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ». Αὐτό τό εἶδος τῶν δαιμόνων δέν μπορεῖ νά βγεῖ παρά μέ προσευχή πού τή συνοδεύει καί ἡ νηστεία (βλ. Μάρκ. θ΄ 14-29).
Ὁ λόγος αὐτός τοῦ Χριστοῦ φανερώνει ὅτι ἡ προσευχή συμβαδίζει μέ τή νηστεία, ὅτι γίνεται καί ἀποτελεσματική, ὅταν ἐνισχύεται μέ τόν παράλληλο ἀγώνα τῆς νηστείας. Δέν ἀρκεῖ κανείς μόνο νά προσεύχεται. Πρέπει καί νά νηστεύει.
Οὔτε εἶναι καλό μόνο νά νηστεύει. Πρέπει συγχρόνως καί νά προσεύχεται. Ἡ μία ἀρετή βοηθεῖ τήν ἄλλη, καί οἱ δύο συνδυασμένες φέρνουν ἄριστα ἀποτελέσματα στή ζωή τοῦ πιστοῦ.
Οὔτε εἶναι καλό μόνο νά νηστεύει. Πρέπει συγχρόνως καί νά προσεύχεται. Ἡ μία ἀρετή βοηθεῖ τήν ἄλλη, καί οἱ δύο συνδυασμένες φέρνουν ἄριστα ἀποτελέσματα στή ζωή τοῦ πιστοῦ.
Γνωρίζουμε ὅτι στίς ἰδιαίτερα ἐπίσημες καί κατανυκτικές περιόδους τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ὅταν πρόκειται νά ὑποδεχθοῦμε κάποια μεγάλη γιορτή τῆς πίστεώς μας καί ἑτοιμάζουμε τίς ψυχές μας ὥστε πνευματικά ἀνεβασμένοι νά εἰσέλθουμε στήν ἀτμόσφαιρα τοῦ γεγονότος πού θά ἑορτασθεῖ καί νά προσεγγίσουμε το μυστικό νόημά του, ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σέ ἔντονο ἀγώνα νηστείας καί προσευχῆς. Κατά τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή π.χ., πού εἶναι καί ἡ μεγαλύτερη περίοδος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ἡ ὁποία μᾶς προετοιμάζει γιά τήν ὑποδοχῆ τῶν κοσμοσωτηρίων γεγονότων τῆς Σταυρώσεως καί τῆς Ἀναστάσεως του Κυρίου, ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ στην πιό μακρά καί αὐστηρή νηστεία καί συγχρόνως σέ πολλή προσευχή, σέ ἰδιαίτερες ἱερές καί κατανυκτικές ἀκολουθίες, πού μέ πολλή προθυμία καί συγκίνηση παρακολουθοῦν οἱ πιστοί.
«Νηστείᾳ, ἀγρυπνίᾳ, προσευχῇ», μέ ἔντονο ἀγώνα νηστείας, πού συνδυαζόταν μέ ἀγρυπνίες καί θερμές προσευχές, ἔλαβαν οὐράνια χαρίσματα οἱ ὑποδειγματικοί ἀθλητές τῆς πίστεως, οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως ψάλλουν οἱ ἱεροί ὑμνογράφοι στά τροπάρια πού ἐξυμνοῦν τούς ἀσκητικούς ἀγῶνες τους καί τήν ἀρετή τους.
* * *
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος διδάσκει μέ τρόπο πειστικό τή δύναμη πού χαρίζει στόν πνευματικό ἀγωνιστή ἡ προσευχή, ὅταν συνδυάζεται μέ τή νηστεία. Ἡ νηστεία, λέγει, «ἄγγελον ἐξ ἀνθρώπου κατασκευάζει», τόν ἄνθρωπο τόν κάνει ἄγγελο καί τοῦ δίνει τή δύναμη νά παλεύει μέ τίς ἀσώματες δαιμονικές δυνάμεις. Ὄχι ὅμως μόνη της, ἀλλά μέ τήν προσευχή, καί μάλιστα ἡ προσευχή εἶναι ἡ πρώτη... Αὐτός πού νηστεύει δέν εἶναι βαρύς, εἶναι σάν νά ἔχει φτερά, καί προσεύχεται μέ προσοχή καί καθαρό μυαλό, σβήνει τίς πονηρές ἐπιθυμίες, ἐξιλεώνει τόν Θεό καί ταπεινώνει τήν ψυχή του... Γι’ αὐτό καί οἱ Ἀπόστολοι σχεδόν πάντοτε νήστευαν. «Ὁ εὐχόμενος μετά νηστείας διπλᾶς ἔχει τάς πτέρυγας, καί τῶν ἀνέμων αὐτών κουφοτέρας». Αὐτός πού προσεύχεται καί συγχρόνως νηστεύει ἔχει διπλά φτερά, πού εἶναι πιό ἐλαφρά καί ἀπό τούς ἀνέμους. Διότι ὅταν προσεύχεται, δέν χασμουριέται καί δέν τεντώνεται καί δέν νυστάζει, ὅπως συμβαίνει μέ τούς πολλούς. Ἀλλ’ εἶναι δυνατότερος ἀπό τή φωτιά καί ἀνώτερος ἀπό τή γῆ. Γιά τοῦτο καί αὐτός εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός καί ἀντίπαλος τῶν δαιμόνων. «Οὐδέν γάρ ἀνθρώπου γνησίως εὐχομένου δυνατώτερον» Τίποτε δέν ὑπάρχει ἰσχυρότερο ἀπό τόν ἄνθρωπο πού προσεύχεται μέ τόν σωστό τρόπο. Διότι ἄν ἡ γυναίκα ἐκείνη πού ἀναφέρεται στό Εὐαγγέλιο κατόρθωσε νά κάμψει κάποιον ἀναίσθητο καί ἀδιάφορο ἄρχοντα, πού οὔτε τόν Θεό φοβόταν οὔτε ἄνθωπο ντρεπόταν, πολύ περισσότερο θά κερδίσει τόν Θεό ἐκεῖνος πού συνεχῶς καταφεύγει μέ τήν προσευχή σ’ Αὐτόν καί ἐξουσιάζει τήν κοιλιά καί ἀποφεύγει τίς ἀπολαύσεις.
Ἄν ὅμως τό σῶμα σου εἶναι ἀσθενικό, συνεχίζει ὁ ἱερός Πατήρ, καί δέν μπορεῖς συνεχῶς νά νηστεύεις, ἀλλά δέν εἶναι ἀσθενικό καί γιά την προσευχή οὔτε ἀδύναμο στό νά περιφρονεῖ τήν κοιλιά. Διότι καί ἄν δέν μπορεῖς να νηστεύεις, ὅμως μπορεῖς νά μήν τρυφᾶς, νά μή ζεῖς μέ ἀπολαύσεις. Καί αὐτό δέν εἶναι μικρό, οὔτε ἀπέχει πολύ ἀπό τή νηστεία, ἀλλά μπορεῖ νά καταβάλει τή μανία τοῦ διαβόλου.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπειδή ἔζησαν στην πράξη τήν ἄσκηση, τόν ἀγώνα, τήν κακοπάθεια και τη νηστεία, καί ἐπειδή συγχρόνως ἦταν καί οἱ ἄνθρωποι τῆς πολλῆς, τῆς γνήσιας και θαυματουργοῦ προσευχῆς, μίλησαν ἀπό τή ζηλευτή καί πολύτιμη γιά ὅλους μας πείρα τους γιά τό πόσο βοηθοῦσε τήν προσευχή του ἡ νηστεία. «Ὕλη προσευχῆς, πεῖνα», μᾶς εἶπαν. Ἡ πρώτη ὕλη τῆς προσευχῆς, αὐτό πού τρέφει την προσευχή εἶναι ἡ πείνα. Καί «νοῦς νηστευτοῦ προσεύχεται νηφόντως· ὁ δέ τοῦ ἀκρατοῦς εἰδώλων ἀκαθάρτων πεπλήρωται». Ὁ νοῦς ἐκείνου πού νηστεύει προσεύχεται μέ προσοχή καί καθαρότητα. Ἐκείνου ὅμως ὁ ὁποῖος δέν έγκρατεύεται εἶναι γεμάτος ἀπό ἀκάθαρτες φαντασίες. Διότι ἡ νηστεία εἶναι «προσευχῆς καθαρότης· ψυχῆς φωστήρ· νοός φυλακη...παραδείσου θύρα καί τρυφή». Ἡ νηστεία χαρίζει καθαρότητα στήν προσευχή, φωτίζει τήν ψυχή, διαφυλάττει ἀπρόσβλητο τόν νοῦ. Ἀνοίγει τόν Παραδεισο καί ἐξασφαλίζει τήν ἀπόλαυσή του.
Πηγή: Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ. Ἀστερίου Σ. Χατζηνικολάου, «Η ΚΡΑΥΓΗ ΜΟΥ ΠΡΟΣ ΣΕ ΕΛΘΕΤΩ».