Ποιός εἶπε τό «ΟΧΙ»;




Πολλές συζητήσεις, πολλά λέγονται καί ἄδονται, ἀνά τάς διόδους καί τριόδους, τίς ἡμέρες αὐτές, ἐξ ἀφορμῆς τῆς ἐθνικῆς μας ἐπετείου, τῆς 28ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1940. Τό μῆλο τῆς ἔριδος, ὅπως εἶναι γνωστό σέ ὅλους, εἶναι τό ἱστορικό ΟΧΙ πού ἀκούσθηκε ἀπό τά χείλη τοῦ τότε πρωθυπουργοῦ τῆς Ἑλλάδος Ἰωάννου Μεταξᾶ, ὡς ὑπευθύνου κυβερνήτου τῆς χώρας μας, αὐτό τό ὄχι πού ἀκούσθηκε στά ἄγρια μεσάνυχτα, στήν ἔπαυλί του στήν Κηφισιά, καί μεταφέρθηκε στά πέρατα τοῦ κόσμου.
Τό ΟΧΙ τῆς 28ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1940 τό εἶπε, βεβαίως, καί ὁ Βασιλεύς τῶν Ἑλλήνων, Γεώργιος ὁ Β΄, ὁ ὁποῖος ὡς Ἀρχηγός τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους ὤφειλε νά τοποθετηθῆ καί νά λάβη θέσι ἔναντι τοῦ σοβαροῦ αὐτοῦ ἐθνικοῦ θέματος καί, ὡς τά πράγματα εἶχαν, δέν ἠμποροῦ­σε νά ἔχη διαφορετική ἐπιλογή.
Τό ΟΧΙ τό εἶπε ὁλόκληρος ἡ στρατιωτική ἡγεσία τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία μέ ἔκδηλο ἐνθουσιασμό καί μέ ὑψηλό φρόνημα εὐθύνης ἀνταποκρίθηκε στήν κρισιμότητα τῶν περιστάσεων καί ἀπέδειξε ὅτι οἱ Ἔνοπλες Δυνάμεις ἀποτελοῦν τήν ἐγ­γύησι τῆς γαλήνης τοῦ Ἑλ­ληνικοῦ Λαοῦ καί τόν ἄγρυπνο καί ἀνύστακτο φρουρό τῶν συνόρων τῆς Πατρίδος μας.
Τό ΟΧΙ τό εἶπε ἡ πολιτική ἡγεσία ὅλων τῶν πολιτικῶν δυνάμεων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἡ ὁποία δέν σκόνταψε στήν δικτατορική κυβέρνησι, ἀλλά μπροστά στόν κίνδυνο πού ἀπειλοῦσε τήν Πατρίδα μας, συνετάχθη μέ τίς δυνάμεις τοῦ Ἔθνους, ἔδωσε τά χέρια γιά μιά ἑνωμένη καί ὀργανωμένη ἄμυνα, γιά τήν ἀντιμετώπισι τοῦ ἐπιτιθεμένου ἐχθροῦ. Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.
Τό ΟΧΙ τό εἶπαν οἱ λογοτέχνες, οἱ συγγραφεῖς, οἱ δημοσιογράφοι, οἱ γελοιογράφοι, οἱ πανεπιστημιακοί διδάσκαλοι, οἱ ἄνθρωποι τοῦ θεάτρου, οἱ διδάσκαλοι καί οἱ καθηγητές, οἱ ἀκαδημαϊκοί, οἱ δικαστικοί, τά Σώματα Ἀσφαλείας.
Τό ΟΧΙ τό εἶπε καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Ὁ τότε Ἀρ­χι­επίσκοπος Ἀθηνῶν κ. Χρύσανθος, μέ ὁλόκληρο τόν ἱερό κλῆ­ρο, ὁ ὁποῖος ἀνταποκρινόμενος στό προ­σκλητήριο τῆς Πατρίδος, πλαισίωσε τίς μεγάλες μονάδες μέ ἐκλεκτούς κληρικούς, οἱ ὁποῖοι καί συν­ώδευσαν τά στρατευμένα παιδιά τῆς Ἑλλάδος πρός κάλυψι τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τῶν μαχητῶν καί τήν ἐξύψωσι τοῦ γνησίου πατριωτικοῦ φρονήματος. Καί στά μετόπισθεν οἱ κληρικοί ἀσχολήθηκαν μέ τό κοινωνικό ἔργο, τήν συμπαράστασι τῶν στρατευμένων οἰκογενειῶν καί τήν ποικίλη βοήθεια τοῦ ἀμάχου πληθυσμοῦ.
Τό ΟΧΙ τό εἶπαν ὅλες οἱ γυναῖκες μέ τά πλεκτά τους (κουκκοῦλες, κάλτσες «φανέλλα στρατιώτου»), μέ τίς συνεχεῖς παρακλήσεις στήν Παναγία, μέ ἐπιστολές καί ποικίλες δραστηριότητες προσφορᾶς καί συμπαραστάσεως στά μαχόμενα παιδιά τῆς Ἑλλάδος.
Τό ΟΧΙ τό εἶπε σύμπας ὁ Ἑλληνικός Λαός ἐντός τῆς Μητροπολιτικῆς Ἑλλάδος, ἀλλά καί ὁ ἀπόδημος Ἑλληνισμός. Τό ΟΧΙ τό εἶπαν οἱ ἀγρότες, οἱ ἐργάτες, οἱ ψαράδες, οἱ ναυτικοί, οἱ βοσκοί καί οἱ ἐθελόντριες ἀδελφές νοσοκόμες τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ, πού ἐπέδειξαν ἀπαράμιλλο θάρρος καί πνεῦμα αὐτοθυσίας, καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ πολέμου.
Τό ΟΧΙ τό εἶπαν τά ἡρωϊκά μας φανταράκια, δρασκελών­τας τίς ὑψηλές κορυφές τῶν βορειοηπειρωτικῶν ὀρέων, γρά­φοντας σελίδες δόξης, ἀφ­θάστου μεγαλείου καί ἡρωϊσμοῦ καί χαρίζοντας τήν νίκη στόν Ἑλληνικό Λαό.
Ναί, τό ΟΧΙ τό εἶπαν αὐτοί πού ἔδωσαν τά πόδια τους, τά χέρια τους, τά μάτια τους καί ἔχυσαν τό αἷμα τους, γιά νά ζήση ἡ Ἑλλάδα μας, γιά νά εἴμαστε σήμερα ἐμεῖς ἐλεύθεροι. Ναί, αὐτοί πού ἄφησαν τά κόκκαλά τους στίς κορυφές τῶν ὀρέων τῆς Βορείου Ἠπείρου, γιά νά εἶναι αἰώνια ὁρόσημα τοῦ ἑλληνικοῦ ἐδάφους.


Πηγή: Περιοδικό «ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ», τεῦχος 416, Ὀκτώβριος 2007.