Ἁγία Λυδία ἡ Φιλιππησία



Ἡ πατρίδα μας εἶναι τόπος ἱερός· καθαγιασμένος ἀπό τό αἷμα καί τίς θυσίες τῶν ἡρώων καί τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως.
Ὅπου κι ἄν βρεθοῦμε, ἀπ’ ὅπου κι ἄν περάσουμε, κάποιο μνημεῖο, κάποιο προσκυνητάρι, ἕνας ναός, θά γαλουχοῦν μέσα στόν χρόνο ἀκατάλυτη τήν ἱερή τους μνήμη· Ἅγιοι καί μάρτυρες τῶν πρώτων αἰώνων τοῦ χριστιανισμοῦ, μά καί νεομάρτυρες καί ἀγωνιστές τοῦ καλοῦ καί ὡραίου ἀγῶνος τῆς ἀρετῆς, συνθέτουν μέ τήν ζωή καί τόν θάνατό τους τόν διαχρονικό ἱστορικό πίνακα τῆς ζωῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Γι’ αὐτό καί χαρακτηρίζεται ὡς Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων καί τῶν Μαρτύρων: 
Διότι αὐτή μέ τήν ἁγιοπνευματική της ἀτμόσφαιρα κατεργάζεται τήν ἁγιότητα καί θεώνει τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί διότι οἱ Ἅγιοι ὅλων τῶν ἐποχῶν τήν λάμπρυναν μέ τούς πνευματικούς τους ἀγῶνες καί τήν ἑκούσια θυσία τῆς ζωῆς τους. 
Γι’ αὐτό καί θεωρεῖ χρέος της ἡ Ἐκκλησία νά τιμᾶ καί νά μνημονεύη τούς Ἁγίους μέ τά ὀνόματά τους καί νά τούς ἐγκωμιάζη· ὄχι γιά νά κάμη μιά ἱστορική ἀναδρομή στό ἀρχαῖο ἤ τό πρόσφατο παρελθόν της, ἀλλά γιά νά μᾶς τούς προβάλη ὡς πρότυπα ζωῆς, ὡς παραδείγματα ἁγίας βιοτῆς, ὀρθοδόξου ἤθους· γιά νά μᾶς ἐμπνέουν φρόνημα ἡρωϊκό καί νά μᾶς ὁδηγοῦν στόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στίς κορυφές τῆς ἁγιότητος. Χαρακτηριστικά βεβαιώνει ὁ Μ. Βασίλειος: «Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τούς προλαβόντας (τούς ἁγίους) καί προτρέπει (πρός μίμησι) τούς παρόντας». Ἕνα τέτοιο πρότυπο ζωῆς, μεταξύ τῶν ἁγίων εἶναι καί ἡ Ἁγία Λυδία ἡ Φιλιππησία. 


* * * 

Ἡ ἁγία Λυδία, πού καταγόταν ἀπό τά Θυάτειρα τῆς Μ. Ἀσίας, ἔζησε κατά τούς ἀποστολικούς χρόνους, δηλαδή τόν 1ο μ. Χ. αἰῶνα. Ἴσως λόγοι ἐπαγγελματικοί τήν ὡδήγησαν στούς Φιλίππους, πόλι «κολωνία» ἐκείνη τήν ἐποχή τῆς ρωμαϊκῆς κυριαρχίας, μέ ἀνεπτυγμένο ἐμπόριο, καί κοσμοπολίτικο τρόπο ζωῆς. 
Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, στό βιβλίο τῶν Πράξεων, προσθέτει στ’ ὄνομά της τό ἐπίθετο «πορφυρόπωλις», πληροφορία πού μᾶς δίνει τήν δυνατότητα νά θεωρήσουμε τήν Λυδία ὡς γυναίκα τοῦ ἐμπορίου καί εἰδικώτερα ὡς ἔμπορο τῆς πορφύρας· τῶν πολυτίμων ἐκείνων ὑφασμάτων, πού βαφόταν μέ χρῶμα κόκκινο. 
Σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα της, ὅπως μᾶς τήν δίνει ὁ ἱερός συγγραφεύς μέ τόν χρωστῆρα τοῦ λόγου του, ἡ Λυδία ἦταν γυναίκα πού δέν περιώριζε τά ἐνδιαφέροντά της στό ἐμπόριο μέ τά κέρδη του, ἀλλά εἶχε καί πνευματικές ἀναζητήσεις. Ἦταν «σεβομένη τόν Θεόν». Κι ἦταν ἴσως αὐτή ἡ θρησκευτική δίψα τῆς Λυδίας νά γνωρίση τήν πίστι τοῦ Χριστοῦ, πού ἔκαμε τόν Θεό νά ἀνταποκριθῆ στήν ἐσωτερική της διάθεσι καί ν’ ἀλλάξη τό πρόγραμμα τοῦ ἀπ. Παύλου, ὁ ὁͺποῖος εἶχε ἀρχίσει τήν 2η ἱεραποστολική του περιοδεία, διασχίͺζονͺτας τήν Μ. Ἀσία ἀπό νοτιοανατολικά πρός τά βορειοδυτικά. 
Σταθμός γιά τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, μά καί τοῦ Παύλου ἦταν ἡ ἡμέρα πού πέρασε ἀπό τήν Τροία, τό Ἴλιον τοῦ Ὁμήρου καί τήν Τρωάδα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἕνα νυκτερινό ὅραμα, μιά πρόσκλησις ἀπρόσμενη, μέ τό στόμα Μακεδόνος ἀνδρός, στάθηκε πρόκλησις θεϊκή. «Διαβάς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν». 
Ἦταν μιά πρόσκλησις, πού ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν τήν κατενόησε ἀπολύτως: Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τόν καλοῦσε νά ἐργασθῆ στήν Εὐρώπη. 
Πέρασε ἀπό τήν Σαμοθράκη, ἔφθασε στό λιμάνι τῆς Νεαπόλεως, τῆς σημερινῆς Καβάλας, καί μαζί μέ τούς συνεργάτες του Σίλα, Λουκᾶ καί Τιμόθεο, ὥδευσε πρός τήν πόλι τῶν Φιλίππων. Ἦταν ὁ ἀγγελιοφόρος τοῦ Θεοῦ, ὁ ταχυδρόμος τῆς πιό χαρμόσυνης, τῆς πιό συνταρακτικῆς ἀγγελίας: ὅτι ἦλθε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, νίκησε τό δωδεκάθεο τοῦ Ὀλύμπου, γιά νά ἐγκαινιάση τήν νέα ἐν Χριστῷ ζωή καί κτίσι. Καί οἱ Φίλιπποι μποͺροῦσαν νά γίνουν ἕνας νέος, καρποφόρος ἱεραποστολικός ἀγρός. Καί νά, ἡ πρώτη συγκομιδή ἀπό τόν χῶρο τῆς προσευχῆς. Ἀνάμεσα στίς ἄλλες γυναῖκες, Ἰουδαῖες καί προσήλυτες, ξεχώρισε ἡ Λυδία, «ἧς ὁ Κύριος διήνοιξε τήν καρδίαν προσέχειν τοῖς λαλουμένοις ὑπό τοῦ Παύλου». 
Μέ πόση προσοχή καί πόση λαχτάρα νά ἄκουγε ἡ πορφυρόπωλις τῶν Φιλίππων τόν ἀπόστολο τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς νά ὑπογραμμίζη τόσο λιτά, μά καί τόσο χαρακτηριστικά, αὐτή τήν εὐαισθησία τῆς γυναικείας καρδιᾶς, πού πρώτη πάντα διαισθάνεται τήν Ἀλήθεια, τήν ἀποδέχεται καί ἀφοσιώνεται σ’ Ἐκεῖνον πού τήν σαρκώνει: Τόν Ἰησοῦ. Σ’ Ἐκεῖνον πού διεκήρυξε πώς Αὐτός εἶναι ἡ Ὁδός, ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή. 
Ὅσα ἄκουσε, μίλησαν τόσο δυνατά μέσα της πού συνεκλόνισαν τό «εἶναι» αὐτῆς τῆς ἔξυπνης καί δυναμικῆς γυναίκας. Ἀπ’ αὐτόν τόν ἐσωτερικό σεισμό τῆς καρδιᾶς, γεννήθηκε ἡ πίστις στόν Χριστό. Σέ κεῖνον πού σταυρώθηκε καί ἀναστήθηκε, γιά νά ὁδηγήση ὅλους τούς ἀνθρώπους στήν σωτηρία καί τήν λύτρωσι. Κι ἀφοῦ πίστεψε, ἔσπευσε νά βαπτισθῆ ἡ ἴδια καί ἡ οἰκογένειά της. Ἔτσι, στά νερά τοῦ Γαγγίτη ἤ Ζυγάκτου ποταμοῦ, δόθηκε ἡ πιό εἰρηνική μάχη καί στέφθηκε μέ τήν νίκη. 
Χωρίς ὅπλα καί δίχως αἵματα ἡ νέα πίστις, ἡ πίστις στόν Χριστό, νίκησε κατά κράτος τήν εἰδωλολατρία, καί μετέδωσε τό χαρούμενο μήνυμα τῆς ἀναστάσεως καί τῆς ἀθανασίας. 
Τό μήνυμα αὐτό ἄνοιξε στήν ζωή τῆς πρώτης χριστιανῆς τῆς Εὐρώπης, μιά καινούργια προοπτική, καθώς αὐτή ἦταν τό πρῶτο μέλος τῆς Ἐκκλησίας πού, μέ τήν βάπτισί της, θεμελιώθηκε στούς Φιλίππους. Ἡ Λυδία τά ἔνοιωσε ὅλα αὐτά, καί μέ τήν ἀνεπτυγμένη γυναικεία της διαίσθησι, μπόρεσε σάν καλή «ἔμπορος» νά ἐκτιμήση ποιόν θησαυρό πνευματικό τῆς ἐμπιστεύθηκαν οἱ ἀπεσταλμένοι αὐτοί τοῦ Θεοῦ καί θέλησε νά ἀποδώση στήν Χάρι μιάν ἀντίχαρι: τήν εὐγνωμοσύνη της. Κάλεσε τούς κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου στό σπίτι της. «Εἰ κεκρίκατέ με πιστήν τῷ Κυρίῳ εἶναι, εἰσελθόντες εἰς τόν οἶκον μου μείνατε». 
Ἦταν μιά πρόσκλησις συνετή. Τό πλούσιο εὐρύχωρο σπίτι της ἦταν τό πιό κατάλληλο μέρος γιά τίς λατρευτικές συναντήσεις πού θά ἄρχιζαν. Καί ἀσφαλῶς ὁ ἀπ. Παῦλος μέ τούς συνεργούς του, θά τῆς ἔδωσαν τήν χαρά καί τήν ἱκανοποίησι νά φιλοξενήση τήν πρώτη χριστιανική Ἐκκλησία καί τούς ἱεραποστόλους της. «Καί παρεβιάσατο ἡμᾶς» προσθέτει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, κρύβοντας ἴσως τήν ἐπιδοκιμασία του κάτω ἀπό τήν μικρή αὐτή φράσι. Γιατί ἡ γυναικεία, ἡ μητρική φιλοξενία τῆς Λυδίας, ἀσφαλῶς θά προσέφερε πολλήν ἀνάπαυσι στήν μικρή ἱεραποστολική ὁμάδα τοῦ ἀπ. Παύλου. Ἀλλά καί ἀργότερα, ὅͺταν ἀναπτύχθηκε ἡ Ἐκκλησία τῶν Φιλίππων, ποιός ξέρει πόσο θά πρωτοστάτησε ἡ πρώτη χριστιανή, τό πρῶτο μέλος της, στήν συμπαράστασι τοῦ ἱεραποστολικοῦ τους ἔργου, ἀφοῦ μόνον οἱ Φιλιππήσιοι συμμετεῖχαν στίς ἀνάγκες τῆς ἱεραποστολῆς, «εἰς λόγον δόσεως καί λήψεως» καί ὅπως τούς γράφει ὁ κορυφαῖος διδάσκαλός τους «καί ἅπαξ καί δίς εἰς τήν χρείαν μου ἐͺπέμψατε» (Φιλιπ. δ´ 15-16). 
Μά ἡ Λυδία δέν περιορίστηκε μόνο σ’ αὐτό τό ἔργο. Ἄν ἀπό τήν ὥρα πού βαπτίσθηκε χριστιανή, μερίμνησε καί γιά τήν βάπτισι καί σωτηρία τῶν ἀνθρώπων τοῦ οἰκογενειακοῦ της περιβάλλοντος, εἶͺναι βέβαιο πώς δέν μποροῦσε νά κρατήση γνωστό μόνον σέ τόσο στενά ὅρια τόν θησαυρό τῆς πίστεως πού αὐτή εἶχε ἀξιωθῆ νά ἀποκτήση. Τώρα, πολύ περισσότερο, μποροῦσε νά ἱεραρχῆ τίς «ἀξίες». Πάνω ἀπό τήν πραγματεία τῶν ἐγκοσμίων προέταξε τά ὑπερκόσμια, πάνω ἀπό τά πρόσκαιρα τά αἰώνια· καί πάνω ἀπό τούς πορφυρούς χιτῶνες τῶν πλουσίων, τούς λευκούς χιτῶνες πού μποροῦσαν νά περιβάλλουν μαζί μέ τό σῶμα καί τίς ψυχές τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, γιά νά γίνη ἔτσι ὁ καθένας καινή ἐν Χριστῷ κτίσις καί ἀδελφός ἐν Κυρίῳ. 
Ἡ Ἐκκλησία μας ἀναγνωρίζει πώς ἡ Λυδία ἐργάσθηκε ἱεραποστολικά μέ πολύ ζῆλο καί αὐταπάρνησι, γι’ αὐτό καί τήν τιμᾶ ὡς ἰσαπόστολο. 
Ἀναμφισβήτητο πάντως εἶναι ὅτι ἡ γυναίκα πού πρώτη δέχθηκε στούς Φιλίππους τό “εὐαγγέλιο” κι ἄνοιξε τήν καρδιά της στόν Χριστό, ἔγινε ἡ πύλη ἀπ’ ὅπου πέρασε ὁ Χριστιανισμός στήν Εὐͺρώπη. Καί τιμᾶ τήν μνήμη της στίς 20 Μαΐου. Τότε πού γεμίζουν φυλλωσιές τά πλατάνια στίς ὄχθες τοῦ Ζυγάκτου ποταμοῦ στούς Φιλίππους καί τ’ ἀηδόνια μές στήν σιωπή τῆς ὑπαίθρου ἑνώνουν τά κελαϊδίσματά τους μέ τό ἀδιάκοπο τραγούδι τοῦ ποταμοῦ, πού αἰῶνες τώρα κυλᾶ τά νερά του στήν γῆ τῆς Μακεδονίας· ἐκεῖ πού πρωτοπάτησαν «οἱ ὡραῖοι πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων» τόν Χριστόν, τά πόδια τοῦ ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν Παύλου καί τῶν συνεργατῶν του. 

* * * 

Ζοῦμε σέ ἐποχή ὁλοκληρωτικῆς ἀντιστροφῆς τῶν ἀξιῶν, μέ συνέπεια στήν καθημερινή μας ζωή τήν προβολή ἀντιπροτύπων ὡς προτύπων. Μέ ἀποτέλεσμα νά βιώνουμε τήν τραγικότητα μιᾶς θλιβερῆς πνευματικῆς φτώχειας ὡς ἄτομα, ὡς οἰκογένεια, ὡς κοινωνία, ὡς ἔθνος. 
Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει μιά πρότασι αἰωνίου κύρους στήν πρόκλησι καί τό κατεστημένο τοῦ κόσμου: Νά κάνουμε μιά νέα ἀναστήλωσι τῶν εἰκόνων τῶν Ἁγίων της μέσα μας, γιά νά ἀποκτήσουμε αὐθεντικά πρότυπα, γνήσια, πού μποροῦν νά σταθοῦν ἀληθινοί ὁδοδεῖκτες συμπεριφορᾶς καί πολιτείας στόν καθημερινό μας βίο καί ὀρθοῦ προσανατολισμοῦ στήν πνευματική μας πορεία. 
Παράδειγμα ἡ ἁγία Λυδία. Μέσα ἀπό τό τόσο σύντομο κείμενο τοῦ «ζωγράφου τοῦ λόγου», δηλαδή τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, μποροῦμε ἀβίαστα καί ἐποπτικά νά διδαχθοῦμε: 
Τήν εἰλικρινῆ προθυμία καί τόν μετά προσοχῆς ζῆλο τῆς ἀκοῆς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, πού «ἀναγκάζει» τόν Θεό νά μᾶς ἀποκαλυφθῆ καί νά ξεδιψάση τήν μεταφυσική μας δίψα. 
Τήν ἀξιοποίησι κάθε τέτοιας εὐκαιρίας ἀκροάσεως ἤ μελέτης τοῦ θείου λόγου, ὥστε νά γίνη ἡ καρδιά μας γῆ καλή καί ἀγαθή, γιά νά καρποφορήση τήν πίστι καί τήν ἀγάπη στόν Θεό. 
Τήν ἀρετή τῆς εὐγνωμοσύνης γιά τήν πνευματική «ἐλεημοσύνη» τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἀναγκαιότερος ἀπό τόν ἐπιούσιο ἄρτο, τόν τόσο ἀναγκαῖο γιά τήν συντήρησι τοῦ σώματος. 
Τήν λησμονημένη ἀρετή τῆς φιλόφρονος φιλοξενίας, ὅταν παρίσταται ἀνάγκη. Καί τέλος, 
Τήν μέριμνα γιά τήν σωτηρία τῶν ἄλλων ἀνθρώπων γύρω μας, μέ τήν μετάδοσι τοῦ «μαργαρίτου» πού ἐμεῖς μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ ἀποκτήσαμε. 
Ἡ προφυρόπωλις Λυδία, ἀπό τά Θυάτειρα, ἔγινε ἡ ἁγία ἰσαπόστολος Λυδία ἡ Φιλιππησία, ἡ παροχεύς τοῦ «ζῶντος ὕδατος» στίς ψυχές καί ἄλλων ἀνθρώπων. Αὐτή εἶναι ἡ φυσική πορεία τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ὅταν παίρνη θετική στάσι στήν πρόσκλησι τοῦ Θεοῦ. Τότε εἶναι ἡ “μεγάλη ὥρα” γιά τόν καθένα μας. Τότε ὁ Χριστός περιμένει νά κάνουμε πρῶτα ἐμεῖς στροφή 180 στήν ζωή μας καί ἀͺφοῦ ἀφήσουμε τήν στάσι τῆς ἀͺδιαφορίας, νά πάρουμε μόνιμη θέσι στήν στρατιά τῶν ἀγωνιστῶν τῆς ἀρετῆς. Ἀρκεῖ νά ἀξιοποιήσουμε κάθε εὐκαιρία πού θά μᾶς στείλη, εἴτε χαρά εἴτε λύπη, εἴτε νίκη εἴτε ἧττα, μετασχηματίζοντάς την σέ γέφυρα πού θά μᾶς φέρη πιό κοντά στόν Θεό καί τήν ἀλήθεια Του.