Τί εἶναι ὁ χριστιανός; Ὁ χριστιανός εἶναι ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ζῇ διά τοῦ Χριστοῦ καί ἐν τῷ Χριστῷ. Διά τοῦτο ἡ θεία ἐντολή τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ λέγει: «Περιπατεῖτε ἀξίως τοῦ Κυρίου» (Κολ. 1, 10), ζῆτε, δηλαδή, ἀξίως τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ἐσαρκώθη καί παρέμεινε ὡς Θεάνθρωπος ὅλος εἰς τήν Ἐκκλησίαν Του, ἡ ὁποία δι’ Αὐτοῦ ζῆ καί ὑπάρχη αἰωνίως. Τότε ζῇ κανείς «ἀξίως τοῦ Θεοῦ», ὅταν ζῇ κατά τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ. Διά τοῦτο εἶναι αὐτονόητον νά ὑπάρχη αἰωνίως. Τότε ζῇ κανείς «ἀξίως τοῦ Θεοῦ», ὅταν ζῇ κατά τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ. Διά τοῦτο εἶναι αὐτονόητον νά ὑπάρχη καί ἡ ἑπομένη εὐαγγελική ἐντολή: «Ἀξίως τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πολιτεύεσθε» (Φιλ. 1, 27).
Ἡ ζωή κατά τό Εὐαγγέλιον, ἡ ἁγία ζωή, ἡ θεία ζωή - αὐτή εἶναι ἡ φυσική καί κανονική ζωή διά τούς χριστιανούς. Διότι οἱ χριστιανοί κατά τήν κλῆσιν των εἶναι ἅγιοι. Αὐτή ἡ καλή ἀγγελία καί ἐντολή ἀκούεται μέσα ἀπό ὁλόκληρον τό Εὐαγγέλιον τῆς Καινῆς Διαθήκης1. Τό νά ἁγιασθῶμεν ὁλοτελεῖς, καί κατά τήν ψυχήν καί κατά τό σῶμα, αὐτή εἶναι ἡ κλῆσις μας (πρβλ. 1 Θεσ. 5, 22-23). Καί τοῦτο δέν ἀποτελεῖ θαῦμα, ἀλλά κανόνα, τόν κανόνα τῆς πίστεως, τήν φύσιν καί τήν λογικήν τῆς εὐαγγελικῆς πίστεως. Εἶναι πρόδηλος καί σαφής ἡ ἐντολή τοῦ θείου Εὐαγγελίου: «Κατά τόν καλέσαντα ὑμᾶς Ἅγιον καί αὐτοί ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφῇ γενήθητε» (Α΄ Πέτρ. 1, 15). Τοῦτο δέ σημαίνει: κατά τόν Χριστόν = τόν Ἅγιον, ὁ Ὁποῖος σαρκωθείς καί ἐνανθρωπήσας ἔδειξεν ἐν Ἑαυτῷ τήν ἀπολύτως ἁγίαν ζωήν, καί ὡς τοιοῦτος δίδει ἐντολήν εἰς τούς ἀνθρώπους: «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι» (Α΄ Πέτρ. 1, 16). Αὐτός ἔχει τό δικαίωμα νά ἐντέλλεται αὐτά, διότι γενόμενος ἄνθρωπος, δίδει δι’ Ἑαυτοῦ ὡς Ἁγίου, πάσας τάς θείας δυνάμεις («ἐνεργείας») εἰς τούς ἀνθρώπους τάς ἀναγκαίας «πρός ζωήν καί εὐσέβειαν» εἰς αὐτόν τόν κόσμον (πρβλ. 2 Πέτρ. 2, 3). Καί οἱ χριστιανοί, ἑνούμενοι πνευματικῶς καί κατά χάριν διά τῆς πίστεως μέ τόν Ἅγιον Κύριον Ἰησοῦν, λαμβάνουν ἀπό Αὐτόν αὐτάς τά θείας δυνάμεις γιά νά ζήσουν τήν ζωήν τήν ἁγίαν.
Ζῶντες ἐν Χριστῷ οἱ ἅγιοι κάνουν τά ἔργα τοῦ Χριστοῦ, διότι δι’ Αὐτοῦ γίνονται ὄχι μόνον δυνατοί ἀλλά καί παντοδύναμοι: «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φιλ. 4, 13). Κατ’ αὐτόν τόν τρόπον γίνεται πραγματικότης ὁ λόγος τῆς Αὐτοαληθείας, τοῦ Χριστοῦ, ὅτι οἱ πιστεύοντες εἰς Αὐτόν θά κάνουν τά ἔργα τά ἰδικά Του καί ἀκόμη μεγαλύτερα: «Ἀμήν, ἀμήν, λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, τά ἔργα ἅ ἐγώ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει, καί μείζονα τούτων ποιήσει» (Ἰωάν. 14, 12). Και ὄντως ἡ σκιά τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου θεραπεύει τούς ἀρρώστους· ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἀθηναῖος μέ τόν λόγον του μετακινεῖ τό ὄρος καί πάλιν τό σταματᾶ... Ὅταν ὁ Θεός ἔγινεν ἄνθρωπος, τότε ἡ Θεία Ζωή ἔγινε καί τοῦ ἀνθρώπου ζωή· ἡ Θεία Δύναμις ἔγινε καί δύναμις τοῦ ἀνθρώπου· ἡ Θεία Δύναμις ἔγινε καί δύναμις τοῦ ἀνθρώπου· ἡ Θεία Ἀλήθεια καί τοῦ ἀνθρώπου ἀλήθεια καί ἡ Θεία Δικαιοσύνη καί τοῦ ἀνθρώπου δικαιοσύνη· ὅλα τά τοῦ Θεοῦ, ἔγιναν καί τοῦ ἀνθρώπου.
1. Πρβλ. 1 Θεσσ. 4, 3, 7. Ρωμ. 1, 7. 1 Κορ. 1, 2. Ἐφ. 1, 1, 18. 2, 19. 5, 3. 6, 18 Φιλ. 1, 1. 4, 21-22. Κολ. 1, 2, 4, 12, 22, 26. 1Θεσσ. 2, 13. 5, 17. 2 Τιμ. 1, 9. Φιλήμ. 5, 7. Ἑβρ. 3, 1. 6, 10. 13, 24. Ἰούδα 3.
Πηγή: Ἀπό τό βιβλίο «ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ» τοῦ π. Ἰουστίνου Πόποβιτς.