Ὁ μῦθος τοῦ Σκαντζόχοιρου



Διάβασα κάπου:
Κατά τήν διάρκεια τῆς τελευταίας ἐποχῆς τῶν Παγετώνων, πολλά ζῶα πέθαιναν ἀπ’ τό κρύο. Οἱ σκαντζόχοιροι κατάλαβαν τήν κατάστασι κι ἀποφάσισαν νά ἑνωθοῦν σέ ὁμάδες. Ἔτσι θά προστατευόντουσαν καί θά ζέσταινε ὁ ἕνας τόν ἄλλο.
Ὅμως τά ἄκανθα τοῦ καθ’ ἑνός πλήγωναν τούς πιό κοντινούς του συντρόφους. Γι’ αὐτό, γιά ν’ ἀποφεύγουν τίς γρατσουνιές, ἀποφάσισαν ν’ ἀπομακρυνθοῦν ὁ ἕνας ἀπ’ τόν ἄλλο... κι ἄρχισαν νά πεθαίνουν ἀπό τά κρυοπαγήματα.
Ὅσοι ἀπόμειναν ζωντανοί ἔπρεπε νά διαλέξουν: ἤ ν’ ἀποδεχτοῦν τ’ ἀγκάθια τῶν διπλανῶν τους ἤ νά ἐξαλειφθοῦν  ὡς εἶδος. Μέ σοφία, ἀποφάσισαν νά ξαναγυρίσουν ὅλοι μαζί.
Ἔτσι ἔμαθαν πώς γιά νά συμβιώσης πρέπει νά φᾶς πότε-πότε καί καμμιά γρατσουνιά ἀπό ἐκεῖνον πού σοῦ εἶναι πιό κοντινός. Ἀλλά παρ’ ὅλα αὐτά, τό πιό σημαντικό εἶναι ἡ ζεστασιά  πού μποροῦμε νά μοιραστοῦμε.
Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἔμαθαν νά συμβιώνουν καί ὡς εἶδος νά ἐπιβιώσουν ὥς τίς μέρες μας.


Καί σκέφθηκα:
Ἔξυπνη στάσι ζωῆς ἄν μάθης νά θυσιάζης κάποιας δευτερεύουσας σημασίας πράγματα, προκειμένου νά ὑπερασπισθῆς πρωτίστως γιά τήν ζωή σου, τήν ποιότητά της καί τήν εὐτυχία σου, ἀκριβῶς ὅπως σοφά κατά τόν μῦθο ἀπεφάσισαν οἱ σκαντζόχοιροι.
Οἱ γρατσουνιές πού δεχόμαστε ἀπο τά ἀγκάθια τοῦ χαρακτῆρα τοῦ ἄλλου εἶναι λιγώτερο κακό ἀπό τήν μοναξιά. Οἱ γρατσουνιές τους εἶναι λιγώτερες ἀπό τήν ζεστασιά τους. Ἡ μοναξιά χωρίς Θεό καί ἀνθρώπους εἶναι τραγωδία.
Ἐξ ἄλλου οἱ γρατσουνιές ἀπό τούς ἀγαπημένους μας εἶναι μαθήματα αἰωνίου ζωῆς. Εἶναι πολύτιμη εὐκαιρία νά καλλιεργήσουμε τήν κατανόησί μας, ἀφοῦ καί ἐμεῖς γρατσουνᾶμε τούς ἄλλους, γεγονός πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν αὐτογνωσία καί τό ταπεινό  φρόνημα. Θωρακιζόμαστε μέ τήν ἀγάπη. Τροφοδοτοῦμε τήν ἐπιείκειά μας. Αὐξάνουμε τήν ὑπομονή καί τήν γλυκύτητα. 
Συνειδητοποιοῦμε πώς οἱ γρατσουνιές δέν εἶναι σκοπός καταξιωμένης ζωῆς. Ἕνα σπουδαῖο μάθημα νά λιγοστεύουμε τά δικά μας ἀγκάθια. Καί ὕστερα γιά μᾶς ὑπάρχει τρόπος θωράκισης. Ἡ ἔντονη μυστηριακή ζωή γίνεται ἀλεξίσφαιρο νά μήν μπῆ μέσα μας τό μικρόβιο τῆς κακίας, τῆς ἐκδικητικότητος, τοῦ  θυμοῦ, τῆς γκρίνιας. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀλλάζει τίς ὀπτικές. Οἱ ἄλλοι ἔχουν τόσα ἀγκάθια, ὅσα μᾶς χρειάζονται γιά τήν ἁγιότητά μας. Καί... μήπως νά θυμόμαστε πώς οἱ ἄλλοι εἶναι γιά μᾶς ἡ κόλασις, ὅταν δέν εἴμαστε ἐμεῖς γι’ αὐτούς ὁ παράδεισος;
Λοιπόν, τά θετικά ἀπό τήν συνοδοιπορία εἶναι πολύ περισσότερα ἀπό τίς γρατσουνιές, γι’ αὐτό ἄς εἴμαστε δοξολογητικοί μέ τούς συνοδοιπόρους πού ὁ Θεός ἔβαλε δίπλα στόν καθένα μας. Ἡ ζωή εἶναι σχολεῖο μαθητείας γιά τήν πορεία πρός τόν οὐρανό. Συμμεριζόμαστε, μαθαίνουμε, σεβόμαστε, νοσηλεύουμε καί νοσηλευόμαστε, σκορποῦμε ζεστασιά, γλύκα καί καλωσύνη, συγχωροῦμε καί προχωροῦμε μέχρι τήν ὥρα τοῦ τελευταίου μας χτύπου πού θά εἶναι, πρέπει νά εἶναι, γιά τήν ἀγάπη τοῦ διπλανοῦ καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ. Γιά τήν θέα τοῦ Θεοῦ ἀξίζει νά ὑποστοῦμε καί κάποιες γρατσουνιές. Δέν νομίζετε;


Πηγή: Περιοδικό «Ἁγία Λυδία», τεῦχος 464, Ὀκτώβριος 2011.