Διάβασα κάπου:
Ἔγινε στήν Ἰνδία. Τό 1992. Τοπική Κυβέρνησι νομοθέτησε ἄδικα. Ὁ κόσμος ἀντέδρασε. Ὄχι μέ πανώ καί συνθήματα. Οὔτε μέ ὑψωμένες γροθιές. Οὔτε μέ τό κλείσιμο τῶν δρόμων. Οὔτε μέ καταστροφές ξένων περιουσιῶν, οὔτε μέ τραυματισμούς. Χρησιμοποίησε κάτι πιό πρωτότυπο καί... δυνατότερο. Τό γέλιο! Πενήντα χιλιάδες διαδηλωτές γελοῦσαν κάτω ἀπό τό γραφεῖο τοῦ κυβερνήτη. Κι αὐτός; Παραιτήθηκε! Ὁ νόμος καταργήθηκε! Τό γέλιο «νίκησε» καί ὁ κόσμος εἰρήνευσε.
Καί σκέφθηκα:
Τό γέλιο λοιπόν, Δύναμι! Ἔμφυτο χάρισμα. Ἀνεκτίμητο δῶρο τοῦ Δημιουργοῦ μόνο στόν ἄνθρωπο. Ἀπό ὅλα τά πλάσματα μόνον ὁ ἄνθρωπος γελᾶ συνειδητά. Γελᾶ ὁ ἄνθρωπος νά ἀποφορτισθῆ. Νά δώση ἄρωμα χαρᾶς στήν καθημερινότητά του. Νά χαλαρώση. Νά μεταβάλλη τό φαρμάκι σέ φάρμακο! Τό γέλιο δέν ἀλλάζει τά πράγματα ἁπλῶς, παίζει τόν ρόλο τοῦ ὑαλοκαθαριστήρα. Ἡ βροχή, ἡ μπόρα συνεχίζεται, ἀλλά ἐμεῖς βλέπουμε καί ταξιδεύουμε γιά νά φθάσουμε στόν προορισμό μας. Τό γέλιο δέν εἶναι καθόλου γελοία ὑπόθεσις. Οὔτε πολυτέλεια. Ἔχει ἀξία. Εἶναι ἀνάγκη. Ζωή χωρίς γέλιο, ζωή συννεφιασμένη. Τό γέλιο ἀποκαλύπτει τήν προσωπικότητά μας. Τό ἐγώ μας. Τό ψυχογράφημά μας. Ἀποκαλύπτει τόν δείκτη καλλιέργειας καί πολιτισμοῦ μας. Οἱ ἄνθρωποι γελοῦν χαρούμενα, ζεστά, θελκτικά, ξεκαρδιστικά, περιφρονητικά, ἠλίθια, χαιρέκακα, ζηλόφθονα, ψυχρά, βρώμικα.
Ἔχει ποιότητα τό γέλιο. Γέλιο πού ξεκουράζει, ἀνακουφίζει. Καί γέλιο πού στάζει δηλητήριο καί ἀπορροφᾶ. Ἡ ἐπιλογή εἶναι θέμα ἤθους, καρδιᾶς, ἀρετῆς. Ἄς γελοῦμε, ἀλλά ἄς μήν πληγώνουμε, ἄς γελοῦμε ἀλλά ἄς μήν προκαλοῦμε πόνο. Ἄς γελοῦμε ἀλλά ἄς μήν ξύνουμε πληγές. Ἄς μήν γελοῦμε εἰς βάρος τῶν ἄλλων. Μποροῦμε ὅμως νά γελοῦμε εἰς βάρος τοῦ ἑαυτοῦ μας. Αὐτό δείχνει καί ταπείνωσι καί ἐσωτερική ἰσορροπία καί πνευματική ὑγεία.
Μιά διαπίστωσις μᾶς θλίβει. Ἄνθρωπος κεφάτος, χαμογελαστός, χαρούμενος εἶναι ὑπό ἐξαφάνισιν. Λόγοι πολλοί. Τό σπουδαιότερο. Χάσαμε τήν ἐλπίδα μας καί τήν ἐμπιστοσύνη μας στήν πρόνοια, τήν φροντίδα καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἕνα πρόσωπο ἱλαρό, γαλήνιο, φωτεινό, γλυκό καί χαμογελαστό μέ ἕνα χαμόγελο ἀληθινό, ζεστό καί φυσικό, φανερώνει πώς ἔνοικος αὐτοῦ εἶναι ὁ Θεός.
Ὁ Κύριός μας δέν γέλασε ὅπως ἀναφέρει τό Εὐαγγέλιο, ἀλλά ἐξέπεμπε μέ τήν χαρούμενη σοβαρότητά Του ἐλπίδα καί αἰσιοδοξία. Μιά γλυκύτητα πού ἔδινε κουράγιο καί ἀντοχές καί προκαλοῦσε τήν δίψα τῆς ἀρετῆς. Εἶναι στολίδι τό χαμόγελο καί ἔξυπνο κλειδί νά ἀνοίγη πόρτες καί καρδιές. Νά ἀναπαύη τούς ἀνθρώπους καί τό Θεό.
Πηγή: Περιοδικό «Ἁγία Λυδία», τεῦχος 463, Σεπτέμβριος 2011.