Αφιερωμένο στα χρόνια που χάθηκαν...



Ένα μικρό κορίτσι μέ γιασεμιά στα μάτια,
συνάντησε το όταν και το ρώτησε,
Εσένα πια είναι η δουλειά σου;
Εγώ του απάντησε το όταν, μεταθέτω συνεχώς τα πράγματα στο μέλλον,
τα μακραίνω τόσο πολύ που δεν προλαβαίνει η ξεχνά κανείς στο τέλος να ζήσει.
Δεν μου αρέσεις είπε το κορίτσι και σκόρπισε τα φύλλα του γιασεμιού.
Λίγο παρακάτω σε ένα δρόμο γεμάτο λάσπες,
είδε να περπατά σκυμμένο το εάν.
Εσένα πια είναι η δουλαιά σου; το ρώτησε.
Εγώ του λέει, δεν σταματώ λεπτό να διηγούμαι το παρελθόν,
να θυμάμαι και να κλαίω, σκορπώντας τύψεις κι ενοχές.
Δεν μου αρέσεις, είπε το κορίτσι και κύλησε ενα δάκρυ.
Σε λίγη ώρα στο κάτω στενό του χωριού
εκεί που ανθούσαν βασιλικοί και κατηφέδες, περνούσε το τώρα,
δεν το ρώτησε τίποτα απολύτως 
απλά το ακολούθησε τώρα και χάθηκαν στην ομορφιά.

π. Λύβυος