Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεόν...



«…Πρέπει νὰ σημειώσης καὶ τοῦτο, ὡς ἀφωσιωμένε φίλε, ὅτι ἀφοῦ ἡ ψυχὴ σὰν ἄλλη ἔλαφος ἐξοντώση τὰ δηλητηριώδη ἑρπετὰ τῶν παθῶν, τότε «ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει πρὸς Κύριον» (πρβλ. Ψαλμ. πγ´ 3), διότι πληγώνεται σὰν μὲ δηλητήριο ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς ἀγάπης. 
Ἐκεῖνο ποὺ προξενεῖ ἡ πείνα εἶναι κάτι ποὺ δὲν φαίνεται καὶ δὲν ἐκδηλώνεται. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ προξενεῖ ἡ δίψα εἶναι κάτι τὸ ἔντονο καὶ φανερὸ ποὺ κάνει ἔκδηλο σὲ ὅλους τὸν ἐσωτερικὸ φλογισμό. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἐπόθει τὸν Θεὸν ἔλεγε: «Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεόν, τὸν ἰσχυρόν, τὸν ζῶντα» (Ψαλμ. μα´ 3).

Ἐὰν τὸ πρόσωπο ποὺ ἀγαποῦμε γνήσια, μᾶς μεταβάλλη ἐξ ὁλοκλήρου μὲ τὴν παρουσία του καὶ μᾶς κάνη φαιδροὺς καὶ χαρωποὺς καὶ χωρὶς λύπη, τί δὲν θὰ προξενῆ ἄραγε τὸ πρόσωπο τοῦ Δεσπότου, ὅταν ἐπισκέπτεται μυστικὰ τὴν καθαρὴ ψυχή;». 

Ἁγ. Ἰωάννου τῆς Κλίμακος (Λόγος Τριακοστός, Περί ἀγάπης, ἐλπίδος και πίστεως